Διακόσιες αντιπροσωπείες από δεκάδες περιφέρειες της Ρωσίας, εκπρόσωποι 15 χωρών, μεταξύ αυτών και 1200 επισκέπτες από τη Γερμανία, καθώς και 20.000 κάτοικοι της πόλης - οικογένειες με τα παιδιά τους - προσήλθαν το πρωί της 2ας Φεβρουαρίου στο μνημείο της αιώνιας φλόγας για να αποτίσουν φόρο τιμής στους νεκρούς αγωνιστές, που είναι θαμμένοι στον τύμβο του Μαμάεβ.
Η φράση ότι το Βολγκογκράντ είναι κτισμένο πάνω σε κόκαλα, είναι κυριολεκτική. Ο κοινός τάφος βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, στην Αλέα των Ηρώων, όπου καίει η αιώνια φλόγα. Η τεράστια νεκρόπολη - το Μαμάεφ Κουργκάν - πάνω από την οποία δεσπόζει το τεράστιο άγαλμα της Μητέρας πατρίδας, φιλοξενεί τα οστά 36.000 στρατιωτών που συγκεντρώθηκαν από όλη την πόλη κατά την ανοικοδόμηση του Στάλινγκραντ.
Το πλήθος των 20.000 ανθρώπων κατέκλεισε την Αλέα των Ηρώων και την Πλατεία των Πεσόντων Ηρώων. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και η οικογένεια των Ολέγκ και Νατάλια Μεντβέντεφ, οι οποίοι μαζί με τους γιούς του Μίσα και Βάνια επίσης βρέθηκαν στην αιώνια φλόγα.
«Η ημέρα της νίκης του Στάλινγκραντ συνδέεται άμεσα με την οικογένειά μας», αφηγείται ο Ολέγκ Μεντβέντεφ. «Ο ένας παππούς μου, Φιόντορ Γεγκόροβιτς Ντεντόβιτς, πολέμησε στο λόφο Μαμάεφ Κουργκάν, η ομάδα τους ρίχτηκε στη μάχη αμέσως μόλις κατέβηκε από το τραίνο. Η δική του μάχη κράτησε μόνο δύο ώρες, καθώς τραυματίστηκε και οδηγήθηκε στο στρατιωτικό νοσοκομείο στην αριστερή όχθη του Βόλγα. Αργότερα, έφτασε ως το Βερολίνο. Ο άλλος παππούς μου σκοτώθηκε κοντά στο Λένινγκραντ. Επομένως, είναι μια δική μας γιορτή, η χαρά και η υπερηφάνειά μας».
Με τη σημαία της νίκης
Στην παρέλαση, συμμετείχαν 650 στρατιωτικοί της Νότιας στρατιωτικής περιφέρειας, σπουδαστές της Ακαδημίας του υπουργείου Εσωτερικών του Βολγκογκράντ και δόκιμοι του Σώματος των Κοζάκων.
Η παρέλαση, όπως συνηθίζεται, άρχισε με την περιφορά του επίσημου συμβόλου:της σημαίας της νίκης. Ακολούθησε μια ομάδα που κρατούσε τα λάβαρα των τεσσάρων μετώπων (στρατευμάτων τα οποία κάλυπταν μια ολόκληρη ζώνη στρατιωτικών επιχειρήσεων) που πήραν μέρος στη μάχη του Στάλινγκραντ, το τιμητικό άγημα με τις πιο επίσημες στολές του, τρία αποσπάσματα είχαν ντυθεί με την ιστορική στολή εκστρατείας, την ίδια που φορούσαν 70 χρόνια πριν οι πολεμιστές του Ερυθρού Στρατού, όταν έπαιρναν αιχμάλωτο τον στρατάρχη Πάουλους.
Στη διάρκεια του πολέμου τα μέτωπα δεν είχαν ξεχωριστά λάβαρα. Αυτά, φτιάχτηκαν μετά από δεκαετίες, ειδικά για τις επίσημες εκδηλώσεις. Οι αληθινές πολεμικές σημαίες των τμημάτων Ερυθρού Στρατού που συμμετείχαν στη μάχη του Στάλινγκραντ, φυλάσσονται σήμερα στην Αίθουσα του Θριάμβου στο μουσείο-πανόραμα της μάχης του Στάλινγκραντ. Η μοναδική φορά που βγήκαν από την Αίθουσα του Θριάμβου, ήταν στις 2 Φεβρουαρίου του 2013, στην πανηγυρική σύναξη που συνοδεύτηκε από κονσέρτο, όπου τους βετεράνους συνεχάρη ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν.
Σύμβολο πατριωτισμού
Ο κ. Πούτιν απευθυνόμενος στους συγκεντρωμένους είπε πως η μεγάλη νίκη «αποτελεί ένα από τα ύψιστα παραδείγματα ανδρείας και ηρωισμού στην πολεμική ιστορία. Η γενναιότητα των υπερασπιστών ήταν απαράμιλλη και πρωτοφανής. Όμως στο Στάλινγκραντ δεν κατακτήθηκε μόνο η στρατιωτική, αλλά και μια υπέρτατη ηθική νίκη, μια νίκη πατριωτισμού και αγάπης για την πατρίδα, κατά του μίσους και της εισβολής. Το Στάλινγκραντ θα συμβολίζει πάντοτε το αήττητο και την ενότητα του ρωσικού λαού».
Μίλησε επίσης για την ηρωική συμβολή των κατοίκων της πόλης στην τιτάνια μάχη: «Όταν αντικρίζεις τις εικόνες από τα χρόνια του πολέμου, διερωτάσαι ασυναίσθητα: Πώς σώθηκαν οι κάτοικοι του Στάλινγκραντ; Που έμεναν; Είναι δυνατόν να ζούσαν μέσα σε αυτά τα ερείπια; Αποδεικνύεται ότι μπορούσαν όχι μόνο να ζήσουν, αλλά και να μοχθήσουν, και να πολεμήσουν. Οι κάτοικοι του Στάλινγκραντ προσέφεραν τεράστια, ανεκτίμητη συμβολή στη μάχη για το Στάλινγκραντ».
«Φαινόταν ότι δεν είχε απομείνει τίποτα να καεί, είχαν καεί τα πάντα, οι βομβαρδισμοί ήταν αδιάκοποι», θυμάται η Αναστασία Βασίλιεβνα Μπιριουκόβα.
Γέννημα θρέμμα του Στάλινγκραντ, τον Ιούνιο του 1942, αμέσως μόλις τέλειωσε το σχολείο, πήγε εθελόντρια στο μέτωπο χωρίς να έχει κλείσει ακόμη τα 18. «Μόνο εμείς που ήμασταν εκεί, ξέρουμε τι πρόσφεραν οι κοπέλες στο μέτωπο», αναφέρει. Ήταν ασυρματίστρια στην 116η μεραρχία πεζικού, η οποία ανήκε στην 66η στρατιά που απελευθέρωνε το βόρειο τμήμα της πόλης. Μετά το Στάλινγκραντ βρέθηκε στη μάχη του Κουρσκ, συμμετείχε στην απελευθέρωση του Μπέλγκοροντ, του Οριόλ, του Χάρκοφ. Με το τέλος του πολέμου βρέθηκε στη Ρουμανία.
«Πέρασαν 70 χρόνια, αλλά ύστερα από αυτή τη διαδρομή, κάθε χρόνο στις 2 Φεβρουαρίου δοκιμάζω μοναχά ένα συναίσθημα, την ευτυχία!», λέει η Αναστασία Βασίλιεβνα.
Εκθέματα και μνήμες
Τις ημέρες αυτές στο μουσείο-πανόραμα «Μάχη του Στάλινγκραντ» λειτουργεί η έκθεση με το όνομα «Κοινή για όλους...» με αληθινά εκθέματα, όπως στολές, όπλα, τρόπαια και αντικείμενα καθημερινής χρήσης, έγγραφα των υπερασπιστών της πόλης. Ανθρώπων με διάφορα στρατιωτικά αξιώματα, διαφόρων επαγγελμάτων και εθνικότητας. Ένα από τα πρόσωπα που βοήθησαν το μουσείο στη δημιουργία της έκθεσης είναι η Αλεξάντρα Γιάκοβλεβνα Μπατιουσκόβα, η οποία κατάγεται από το Βολγκογκράντ.
«Ο πατέρας μου πολέμησε σε πολεμική άκατο του ναυτικού στολίσκου του Βόλγα», αναφέρει η Αλεξάντρα Γιάκοβλεβνα. «Δεν του άρεσε να διηγείται για τον πόλεμο. Έμειναν όμως οι φωτογραφίες του, τα παράσημα, μεταξύ των οποίων το μετάλλιο για την άμυνα του Στάλινγκραντ, την άμυνα της Σεβαστούπολης».
«Γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα για την ιστορία των πολεμικών ακάτων», αναφέρει η Σβετλάνα Αργάστσεβα, υπεύθυνη για το τμήμα εκθέσεων του μουσείου της «Μάχης του Στάλινγκραντ». «Είχαν συσταθεί για την υποστήριξη του πεζικού από τον ποταμό, τοποθετούνταν σε αυτά ελαφρά πυροβόλα. Ουσιαστικά αποτελούσαν “πλωτά κανόνια”. Βρίσκονταν συνεχώς στη γραμμή πυρός και πολλοί άνδρες από τις πολεμικές άκατους σκοτώθηκαν».
Το μεγαλύτερο δώρο για τους βετεράνους και τα παιδιά του Στάλινγκραντ ήταν η συναυλία του διάσημου τραγουδιστή της όπερας, Ντμίτρι Χβοροστόφσκι, ο οποίος ερμήνευσε τραγούδια από τον καιρό του πολέμου. Το «Πρόγραμμα του πολέμου» το ετοίμασε από κοινού με τον διευθυντή ορχήστρας, Κονσταντίν Ορμπελιάν.
Ο Χβοροστόβσκι ανέφερε τα εξής: «Μεγάλωσα με τις ιστορίες για τον πόλεμο και τα τραγούδια της οικογενειακής μας ιστορίας. Ίσως γι’ αυτό αισθάνομαι τόσο πολύ τον πόνο που περιέχουν. Ο παππούς μου πολέμησε στα περίχωρα της Μόσχας. Σκοτώθηκε σε μια από τις πρώτες μάχες. Ο άλλους παππούς μου πέρασε όλο τον πόλεμο. Ήταν αρματιστής. Το τέλος του πολέμου τον βρήκε στο Κένιγκσμπεργκ, και ύστερα μετατέθηκε στην Άπω Ανατολή. Είχε την τύχη να επιβιώσει».
Οι εορτασμοί ολοκληρώθηκαν με χαιρετιστήριους κανονιοβολισμούς από το Μαμάεφ Κουργκάν. Τριάντα βολές προς τιμήν των νεκρών, για εκείνους που υπερασπίστηκαν την πόλη, τη χώρα και την ειρήνη.