Στη
Ρωσία, όταν αναφέρονται
στην έννοια «Ευρασία», συνήθως έχουν
στο μυαλό τους το μετασοβιετικό χώρο.
Ο μεγάλος στόχος της περιφερειακής
ολοκλήρωσης, τον οποίο προωθεί ενεργά
η Μόσχα τα τελευταία τέσσερα χρόνια,
πήρε την ονομασία Ευρασιατική Ένωση. Η
αντίληψη της Ευρασίας σαν την περιοχή
που καταλάμβανε η Ρώσικη Αυτοκρατορία
και στη συνέχεια η Σοβιετική Ένωση,
πλέον, δεν ισχύει.
Η
ρωσο-σοβιετική
«μικρή Ευρασία» είναι απλώς ένα μέρος
μιας τεράστιας ηπείρου, που στο χώρο
της θα συμβούν γεγονότα καθοριστικά
για τον ΧΧΙ αιώνα. Για να «πλοηγηθούμε»
σε αυτό το νέο γεωπολιτικό πλαίσιο,
απαιτείται μια ευρεία αντίληψη της
ηπείρου.
Η
«νέα Ευρασία»
Στην
ανατολή του ΧΧΙ αιώνα, η Ευρασία που
ήταν πάντα μια έννοια κυρίως γεωγραφική,
μετατράπηκε -στο πλαίσιο της
παγκοσμιοποίησης- σε ένα ολοένα πιο
αλληλεξαρτώμενο οικονομικο – πολιτικο
- στρατηγικό πεδίο. Μέσα σε αυτό το υπό
διαμόρφωση περιβάλλον, παρακολουθούμε
τις γρήγορες εναλλαγές που καταγράφονται
στο ρόλο και στη θέση των κύριων παικτών
στη μεγαλύτερη ήπειρο της Γης. Αυτό που
κυρίως συμβαίνει, είναι μια δυναμική
μετατόπιση του κέντρου βάρους της
ηπείρου προς τα ανατολικά, και της
πραγματικής, όσο και της πιθανής ζώνης
συγκρούσεων, προς τα νότια και τα
ανατολικά. Αυτό, έχει μεγάλες συνέπειες
για όλες τις χώρες και ειδικά για τη
Ρωσία. Πόσο μάλλον, αφού η τελευταία
είναι γεωφυσικά σε άμεση σχέση με όλες
τις δυνάμεις που κινούνται στην Ευρασία,
ενώ για πρώτη φορά εδώ και 20 χρόνια,
στοχεύει να ξαναμπεί ενεργά στο
γεωπολιτικό παιχνίδι στην περιοχή.
Η
δημιουργία της «νέας
Ευρασίας» απαιτεί αναθεώρηση των
συνηθισμένων αντιλήψεων. Η κατάρρευση
στις αρχές της δεκαετίας του 1990 του
διεθνούς σοβιετικού συστήματος, έχει
οδηγήσει σε μια ευρεία αναδιανομή των
«ζωνών επιρροής» στην Ευρασία. Εμφανίστηκαν
πολλά «κενά εξουσίας». Οι ΗΠΑ που, μετά
τη λήξη του «ψυχρού πολέμου», έμειναν
η μόνη υπερδύναμη, έγιναν ένας ενεργός
παίκτης στο χώρο της πρώην σοβιετικής
αυτοκρατορίας. Στα ανατολικά της ηπείρου
όμως, άρχισε γρήγορα να «σηκώνει κεφάλι»
ο νέος οικονομικός γίγαντας, η Κίνα. Η
επικέντρωση της Κίνας, της Ευρώπης, της
Ινδίας και της Ρωσίας στα εσωτερικά
τους προβλήματα, δημιούργησε τις συνθήκες
εκείνες που ουσιαστικά επέτρεπαν στις
ΗΠΑ να είναι ο μόνος ενεργός παίκτης
στην Ευρασία. Στο μεταξύ, στη δεκαετία
του ’90, η Ουάσιγκτον ενίσχυσε τη θέση
της στην Ευρώπη, εξαιτίας της επέκτασης
του ΝΑΤΟ και της μετεξέλιξής του από
μια περιφερειακή αμυντική δομή, σε ένα
οργανισμό δια-περιφερειακών επιχειρήσεων.
ΗΠΑ:
Με το βλέμμα στον Ειρηνικό
Η
δεκαετία του 2010
δείχνει μια ριζικά διαφορετική τάση.
Οι οικονομικές δυσκολίες οδήγησαν σε
στασιμότητα, ακόμη και σε μικρή μείωση
του αμυντικού προϋπολογισμού των ΗΠΑ.
Η αμερικανική εμπλοκή στις συγκρούσεις
στην Ευρασία είναι σαφώς σε πτωτική
τάση. Οι αμερικανοί αλλάζουν κατεύθυνση,
θέλουν να βλέπουν «κατά πρόσωπο» την
Κίνα. Το ενδιαφέρον τους μετατοπίζεται
προς την περιοχή του Ειρηνικού. Αυτό
σημαίνει, ότι θα ξοδέψουν πολύ σημαντικούς
πόρους για την Ανατολική Ασία και το
Δυτικό Ειρηνικό Ωκεανό, προκειμένου να
απαντήσουν στις προσπάθειες της Κίνας
να περιορίσει την αμερικανική κυριαρχία
στην περιοχή. Και μπορεί Ουάσιγκτον και
Πεκίνο να είναι σημαντικοί οικονομικοί
εταίροι, ταυτόχρονα όμως, είναι μεγάλοι
γεωπολιτικοί αντίπαλοι. Οι δε, σχέσεις
τους είναι πλέον το σημαντικότερο θέμα
σε διεθνές επίπεδο. Εχουν γίνει μάλιστα,
το κέντρο, γύρω από το οποίο περιστρέφεται
σήμερα η ευρασιατική και σε μεγάλο
βαθμό, η παγκόσμια πολιτική.
Η
συνεχιζόμενες φιλοδοξίες
της Κίνας, που υποστηρίζεται από τη
στρατιωτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεών
της, εκτός από το ότι έχει περιπλέξει
τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, έχει ήδη οδηγήσει
σε μια αισθητή αύξηση της έντασης ανάμεσα
στο Πεκίνο και στους γείτονές της, την
Ιαπωνία, την Ινδία, το Βιετνάμ και τις
Φιλιππίνες. Χώρες, με τις οποίες η Κίνα
έχει δημιουργήσει και αναπτύσσει στενές
οικονομικές σχέσεις. Μακροπρόθεσμα, θα
μεγαλώσει η κινεζική επιρροή σε περιοχές
πλούσιες σε φυσικούς πόρους απαραίτητους
για την οικονομία της. Ειδικά, στη Μέση
Ανατολή, την Κεντρική Ασία, καθώς και
στους στρατηγικά σημαντικούς
διαμετακομιστικούς διαδρόμους, όπως
στον Κόλπο του Άντεν, στα Στενά της
Μαλάκκα και αργότερα στην Βόρεια Θαλάσσια
Οδό, μέσω της Αρκτικής.
Η
Ιαπωνία,
έχασε από το 1945 τη στρατηγική ανεξαρτησία
της, από τη στιγμή που μπήκε υπό την
προστασία των ΗΠΑ. Η περαιτέρω άνοδος
της Κίνας ωστόσο, κάνει την Ουάσιγκτον
να φαίνεται ανεπαρκής στα μάτια των
Ιαπώνων. Στο τέλος της δεκαετίας του
1990, ο τότε πρωθυπουργός της Ιαπωνίας,
Χασιμίτο, έριξε την ιδέα μιας ευρασιατικής
εξωτερικής πολιτικής, η οποία δεν θα
ερχόταν σε αντίθεση με την ιαπωνο-αμερικανική
συμμαχία, αλλά θα την συμπλήρωνε,
διατηρώντας πάντως, τον κεντρικό ρόλο
του άξονα Τόκιο-Αμερικής. Στις παρούσες
συνθήκες, η ιαπωνική αντίληψη του
«ευρασιανισμού», μπορεί να γίνει ένα
σημαντικό στρατηγικό συστατικό της
ολοκλήρωσης. Οι γεωπολιτικές πραγματικότητες
ωθούν αντικειμενικά το Τόκιο σε μια
θετική μεταμόρφωση των σχέσεων της
χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου με τη
Ρωσία.
Οι
νέοι
παίκτες
Λόγω
των οικονομικών
της επιτευγμάτων, η Νότιος Κορέα έχει
φτάσει σε σημείο να διευρύνει σημαντικά
τους ορίζοντές της προς όλες τις
κατευθύνσεις στην Ευρασία. Ειδικά,
ανάμεσα σε σημαντική μερίδα των πολιτικών
της Σεούλ, συζητείται ιδιαίτερα η
ενίσχυση των οικονομικών σχέσεων με
τις ΗΠΑ, η οικονομική ολοκλήρωση με τους
γείτονές της, την Κίνα και την Ιαπωνία,
καθώς και η ανάπτυξη πολιτικών και
οικονομικών σχέσεων με τη Ρωσία.
Η
Ένωση Κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας
(ASEAN), στα 45 χρόνια της ύπαρξής του θεσμού
έχει γίνει ένα λειτουργικό μοντέλο
οικονομικής, πολιτικής και πολιτιστικής
ολοκλήρωσης, η μοναδική στο είδος της
διακρατική δομή στην Ασία. Στην ASEAN,
συμμετέχει η Ινδονησία -μια ακόμα
δυναμικά ανερχόμενη μεγάλη ασιατική
δύναμη- αλλά μέχρι στιγμής η ένωση
λειτουργεί σα μια κοινότητα ίσων κρατών.
Οι χώρες της ASEAN έχουν θεσπίσει ένα
περιφερειακό φόρουμ, εταίροι του οποίου
είναι οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ευρωπαϊκή Ένωση
και η Ρωσία.
Η
Ινδία
διανύει μια δύσκολη περίοδο στην
προσπάθεια ανάδειξης της σε ηπειρωτικό
κέντρο εξουσίας. Η Ινδία σήμερα, είναι
μια περιφερειακή δύναμη στη Νότια Ασία,
αλλά το Νέο Δελχί σαφώς επιδιώκει να
ξεπεράσει αυτό το πλαίσιο. Ο στόχος για
διευρυμένο, μεγαλύτερο ρόλο στις
παγκόσμιες υποθέσεις, έχει ήδη τεθεί
επί τάπητος, αλλά η πολιτική τάξη της
χώρας δεν έχει ακόμη διαμορφώσει τη
γραμμή, και δεν έχει ιεραρχήσει τα
συμφέροντα, την κατανομή των πόρων και
τις στρατηγικές για την επίτευξη του
στόχου.
Επίσης,
με
τις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν
μετά τις ισλαμικές επαναστάσεις οι
οποίες ξεκίνησαν το 2011 στον αραβικό
κόσμο, αυξήθηκε η σημασία και η ευθύνη
της Τουρκίας. Η αδυναμία της ΕΕ να εντάξει
στην ευρωπαϊκή δομή την Τουρκία, ή
τουλάχιστον να επεξεργαστεί μια νέα
πιο συνεκτική πολιτική προς τη χώρα,
είναι ένας δείκτης ότι η Ευρώπη δεν
είναι έτοιμη να δράσει ως στρατηγικός
παίκτης. Το Βερολίνο, ήδη προσπαθεί να
επεξεργαστεί μια νέα πολιτική σχέσεων
με τη Μόσχα, το Πεκίνο, την Άγκυρα και
με άλλες πρωτεύουσες. Ενώ η Μεγάλη
Βρετανία, λαμβάνει μια ενδιάμεση θέση
μεταξύ της νέας «κλειστής Ευρώπης» και
των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο Ντμίτρι Τρένιν
είναι ο διευθυντής του Κέντρου Κάρνεγκι
της Μόσχας
Το
πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στην ηλεκτρονική
διεύθυνση: http://vpk-news.ru/articles/14095
-Οι
αμερικανοί αλλάζουν κατεύθυνση, και το
ενδιαφέρον τους μετατοπίζεται προς τον
Ειρηνικό και ειδικά στην Κίνα. Οι σχέσεις
Ουάσιγκτον – Πεκίνου έχουν γίνει το
κέντρο, γύρω από το οποίο περιστρέφεται
σήμερα η ευρασιατική και σε μεγάλο
βαθμό, η παγκόσμια πολιτική.
-Η
Ινδία διανύει μια δύσκολη περίοδο στην
προσπάθειά της να αναδειχθεί, από μια
σημαντική περιφερειακή δύναμη, σε χώρα
με καθοριστικό παγκόσμιο ρόλο.
-Στην
περιοχή μεγάλωσε και η σημασία
της Τουρκίας. Η αδυναμία της ΕΕ να εντάξει
στην ευρωπαϊκή δομή την Τουρκία, είναι
ένας δείκτης ότι η Ευρώπη δεν είναι
έτοιμη να δράσει ως στρατηγικός παίκτης.
Το Βερολίνο, πάντως, προσπαθεί να
επεξεργαστεί μια νέα πολιτική σχέσεων
με τη Μόσχα, το Πεκίνο, την Άγκυρα κ.λ.π..,
ενώ η Βρετανία λαμβάνει μια ενδιάμεση
θέση μεταξύ της νέας «κλειστής Ευρώπης»
και των ΗΠΑ.
πηγη: http://rbth.gr