Άι στο δι@ολο κύριε Σόιμπλε!
Στην αρχή μάς σκυλόβρισαν .
Μάς ταπείνωσαν .
Μάς γέμισαν ενοχές .
'Αλλες δικαίως και άλλες αδίκως .
Μετά άρχισαν οι σφαλιάρες .
Κι οι εκβιασμοί , οι απειλές .
Τις υπομείναμε με σκυφτό κεφάλι .
Κάτσαμε τιμωρία 5 ολόκληρα χρόνια .
Γογγύσαμε .
Αναστενάξαμε .
Νιώσαμε τα γόνατά μας να τα χτυπάει βαριοπούλα .
Χάσαμε το χαμόγελό μας .
Είδαμε να μην υπάρχουν ασθενοφόρα .
Να μην μπορούμε να πάρουμε φάρμακα .
Να στερούνται τα παιδιά μας ως και τα βασικά .
Αλλά κάτσαμε υποφέροντας σ ένα είδος κάθαρσης .
Σε μια τραγωδία χωρίς τέλος.
Είδαμε αυτοκτονίες.
Φίλους να γκρεμίζονται.
Τους πατεράδες μας να ψάχνουν το φθηνό μακαρόνι .
Τους γείτονές μας να ψάχνουν κάδους.
Ανθρώπους ανέργους, φίλους ν απολύονται, άλλους να βάζουν λουκέτο .
Τη ζήσαμε την απελπισία ως το τελευταίο μας κύτταρο .
Την είδαμε σε μάτια.
Το ένα μέτρο μετά το άλλο.
Τρομάξαμε.
Δεν ξέραμε για πού πάμε, τι θ απογίνουμε, πού θα πάει όλο αυτό .
Μάς κύκλωσε ο τρόμος.
Μάς εξόντωσε.
Και είπαμε να πιαστούμε από ένα κλαράκι , από το τίποτε,
να σηκώσουμε λίγο κεφάλι, να σταματήσουμε τ αδιέξοδο.
Χαζό;
Χαζό.
Απάτη;
Ίσως.
Ανάγκη μεγάλη όμως, να μη μείνουμε άλλο ακίνητοι .
Να κάνουμε κάτι.
Έστω ελάχιστο.
Και θα μάς πει ο Σόιμπλε τώρα πως μάς λυπάται ;
Τώρα;
Τόσα χρόνια ποιος λυπήθηκε που γίναμε ένα τεράστιο εργασιακό κάτεργο
που σφίγγαμε ζωνάρι και βλέπαμε κάθε βασικό δικαίωμα και κάθε έννοια δημοκρατίας να ευτελίζεται και να απαξιώνεται;
Ποιος;
Άι στο δι@ολο Σόιμπλε!
Κι εσύ και το ευρώ σου!
Στο δι@ολο!
Μπουκώσαμε.
Τ Ε Λ Ο Σ
Στην αρχή μάς σκυλόβρισαν .
Μάς ταπείνωσαν .
Μάς γέμισαν ενοχές .
'Αλλες δικαίως και άλλες αδίκως .
Μετά άρχισαν οι σφαλιάρες .
Κι οι εκβιασμοί , οι απειλές .
Τις υπομείναμε με σκυφτό κεφάλι .
Κάτσαμε τιμωρία 5 ολόκληρα χρόνια .
Γογγύσαμε .
Αναστενάξαμε .
Νιώσαμε τα γόνατά μας να τα χτυπάει βαριοπούλα .
Χάσαμε το χαμόγελό μας .
Είδαμε να μην υπάρχουν ασθενοφόρα .
Να μην μπορούμε να πάρουμε φάρμακα .
Να στερούνται τα παιδιά μας ως και τα βασικά .
Αλλά κάτσαμε υποφέροντας σ ένα είδος κάθαρσης .
Σε μια τραγωδία χωρίς τέλος.
Είδαμε αυτοκτονίες.
Φίλους να γκρεμίζονται.
Τους πατεράδες μας να ψάχνουν το φθηνό μακαρόνι .
Τους γείτονές μας να ψάχνουν κάδους.
Ανθρώπους ανέργους, φίλους ν απολύονται, άλλους να βάζουν λουκέτο .
Τη ζήσαμε την απελπισία ως το τελευταίο μας κύτταρο .
Την είδαμε σε μάτια.
Το ένα μέτρο μετά το άλλο.
Τρομάξαμε.
Δεν ξέραμε για πού πάμε, τι θ απογίνουμε, πού θα πάει όλο αυτό .
Μάς κύκλωσε ο τρόμος.
Μάς εξόντωσε.
Και είπαμε να πιαστούμε από ένα κλαράκι , από το τίποτε,
να σηκώσουμε λίγο κεφάλι, να σταματήσουμε τ αδιέξοδο.
Χαζό;
Χαζό.
Απάτη;
Ίσως.
Ανάγκη μεγάλη όμως, να μη μείνουμε άλλο ακίνητοι .
Να κάνουμε κάτι.
Έστω ελάχιστο.
Και θα μάς πει ο Σόιμπλε τώρα πως μάς λυπάται ;
Τώρα;
Τόσα χρόνια ποιος λυπήθηκε που γίναμε ένα τεράστιο εργασιακό κάτεργο
που σφίγγαμε ζωνάρι και βλέπαμε κάθε βασικό δικαίωμα και κάθε έννοια δημοκρατίας να ευτελίζεται και να απαξιώνεται;
Ποιος;
Άι στο δι@ολο Σόιμπλε!
Κι εσύ και το ευρώ σου!
Στο δι@ολο!
Μπουκώσαμε.
Τ Ε Λ Ο Σ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου