Το θέμα της μετανάστευσης των ελληνικών επιχειρήσεων σε γειτονικές χώρες έφερε ξανά στο προσκήνιο η απαράδεκτη δήλωση του διοικητή του ΟΑΕΕ «Όσοι δεν μπορούν να πληρώσουν τις....εισφορές να πάνε στην Βουλγαρία«, παρότι ο ίδιος θεωρεί ότι δεν είπε ακριβώς αυτό. Ωστόσο, αυτή είναι η πραγματικότητα, καθώς χιλιάδες επιχειρήσεων ψάχνουν να βρουν διέξοδο επιβίωσης, αφού έχει ανέβει υπερβολικά το κόστος της φορολογίας και των εισφορών.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στην Βουλγαρία το τελευταίο διάστημα έχουν μετακομίσει τουλάχιστον 15 χιλιάδες επιχειρήσεις. Ενώ το ίδιο συμβαίνει και με άλλες χώρες, όπως την Ρουμανία, την Αλβανία, τα Σκόπια και την Κύπρο. Αντί λοιπόν η κυβέρνηση και η πολιτεία να βρει τρόπους και να δώσει κίνητρα ώστε οι ελληνικές επιχειρήσεις να παραμείνουν στη χώρα, αλλά και να επιστρέψουν όσες έχουν μετακομίσει την έδρα τους, ξεκινά κυνήγι μαγισσών με φορολογικούς ελέγχους .
Όπως διαβάζουμε στην imerisia.gr, φορολογικούς ελέγχους στις επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων με έδρα τη Βουλγαρία επιστρατεύει το υπουργείο Οικονομικών, για να ανακόψει το κύμα νομότυπης φοροδιαφυγής με όχημα εταιρείες – «εικονικές ή πραγματικές»- που αποκτούν έδρα στη γειτονική χώρα.
Τα τελευταία χρόνια και ειδικά πέρυσι μετά τα capital controls καταγράφεται μεγάλη άνθηση στη δημιουργία εταιρειών και στο άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών στη Βουλγαρία. Το 2015 ιδρύθηκαν ή μετέφεραν την έδρα τους στη Βουλγαρία 15.500 εταιρείες, αριθμός αυξημένος κατά 50% σε σχέση με το 2014, ενώ στο πρώτο τρίμηνο του 2016 οι επιχειρήσεις που «μετανάστευσαν» στη Βουλγαρία ανήλθαν σε 2.500.
Σύμφωνα με τη κυβέρνηση πρόκειται για το «μεγάλο κόλπο» που στερεί από το ελληνικό δημόσιο σημαντικά έσοδα, καθώς θεωρούν ότι η φυγή των ελληνικών επιχειρήσεων στη γειτονική χώρα στηρίζεται στις εταιρείες «φαντάσματα» που δημιουργούνται για να γίνονται τριγωνικές συναλλαγές, για να μεταφέρονται χρήματα εταιρειών και φυσικών προσώπων σε τραπεζικούς λογαριασμούς της γειτονικής χώρας παρακάμπτοντας έτσι τα capital controls.
Πολλές από τις ελληνικές επιχειρήσεις της Βουλγαρίας επιδίδονται σε τριγωνικές συναλλαγές γλιτώνοντας σημαντικά ποσά φόρου. Το σύστημα λειτουργεί ως εξής: Ο Έλληνας επιχειρηματίας εισάγει προϊόντα από την Τουρκία ή την Κίνα, τα τιμολογεί στη βουλγαρική εταιρεία, και στη συνέχεια εξάγει το εμπόρευμα στην Ελλάδα πληρώνοντας για τα κέρδη του φορολογικό συντελεστή 10% αντί 29%.
Οι έλεγχοι
Οι εταιρείες αυτές, μπαίνουν τώρα στο στόχαστρο των φορολογικών αρχών. Μετά την κύρωση της συμφωνίας για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών αναμένεται να υπογραφεί διακρατική συμφωνία με την Βουλγαρία, προκειμένου να ελεγχθούν σε βάθος όλες αυτές οι επιχειρήσεις. Οι επιχειρήσεις που θα εντοπιστούν να έχουν μεταφέρει την έδρα τους στη γειτονική χώρα αλλά στην πραγματικότητα συνεχίζουν την επιχειρηματική δραστηριότητά τους στην Ελλάδα θα βρεθούν αντιμέτωπες με μεγάλα πρόστιμα.
Το σχέδιο του υπουργείου Οικονομικών για τον έλεγχο των επιχειρήσεων ελληνικών συμφερόντων προβλέπει ακόμα και τη μετάβαση κλιμακίων από την Ελλάδα, τα οποία θα δώσουν στοιχεία στις ελεγκτικές αρχές της Βουλγαρίας. Σε πρώτη φάση θα ξεκινήσουν οι έλεγχοι στην Ελλάδα προκειμένου να διαπιστωθεί η δραστηριότητά τους και εν συνεχεία θα ζητήσουν τη συνδρομή των ελεγκτικών αρχών στη γειτονική χώρα.
Κυκλώματα
Στελέχη του υπουργείου Οικονομικών αναφέρουν ότι υπάρχουν κυκλώματα στη Βόρεια Ελλάδα που «στήνουν» επιχειρήσεις στη Βουλγαρία και στα οποία εμπλέκονται δικηγόροι, λογιστές και μεσίτες. Πρόκειται κυρίως για εταιρείες παροχής υπηρεσιών και μικρές επιχειρήσεις που ενώ φαίνεται ότι έχουν την έδρα τους στη γειτονική χώρα στην πραγματικότητα ασκούν την επαγγελματική δραστηριότητά τους στην Ελλάδα. Έτσι με το τρόπο αυτό φορολογούνται για τα κέρδη που αποκτούν στη Βουλγαρία με συντελεστή 10% αντί 29% που ισχύει στη χώρα μας.
Σύμφωνα με στοιχεία που είχαν διαβιβαστεί πρόσφατα στη Βουλή ο συνολικός αριθμός εταιρειών ελληνικών συμφερόντων ανήλθε έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014 σε περίπου 11.000, από τις οποίες περίπου οι 9.000 δεν εμφανίζουν απασχολούμενο. Επίσης, 6.000 από τις 11.000 εταιρείες εμφανίζουν μηδενική δραστηριότητα. Το 2015 υπήρξαν περίπου 2.000 νέες εγγραφές επιχειρήσεων, οι οποίες στο σύνολό τους δεν εμφανίζουν απασχολούμενο, ενώ δεν περιλαμβάνουν μεταφορά παραγωγικής ή εμπορικής δραστηριότητας.
Η Ελλάδα στην 4η θέση στη γενική κατάταξη των ξένων επενδυτών στην Βουλγαρία
Στη γενική κατάταξη των ξένων επενδυτών στην Βουλγαρία, η Ελλάδα υποχώρησε στο τέλος του 2015 στην τέταρτη θέση (από την τρίτη που κατείχε), μετά την Ολλανδία, την Αυστρία και τη Γερμανία, με συνολικές επενδύσεις (απόθεμα) ύψους 2,39 δισ. ευρώ (έναντι σχεδόν 2,49 δισ. ευρώ το 2014, 2,58 δισ. ευρώ το 2013 και 2,75 δισ. ευρώ το 2012).
Αυτό αναφέρεται στην ετήσια έκθεση για το 2015 του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Ελληνικής Πρεσβείας στη Σόφια, που δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική σελίδα για τις εξαγωγές του υπουργείου Εξωτερικών.
Οι ελληνικές επενδύσεις παρουσιάζουν ευρεία κλαδική και γεωγραφική διασπορά με σημαντικότερο κλάδο τον χρηματοπιστωτικό (3 τραπεζικοί όμιλοι). Μεγάλες επενδύσεις έχουν πραγματοποιηθεί, επίσης, στη βιομηχανία, την ενέργεια, τις κατασκευές, τα τρόφιμα, τις υπηρεσίες κ.ά.
Τη δυναμική τους διατήρησαν και τη διετία 2014 – 2015 οι τουριστικές ροές ανάμεσα στις δύο χώρες με την Ελλάδα να αποτελεί το δεύτερο δημοφιλέστερο τουριστικό προορισμό των Βουλγάρων ταξιδιωτών μετά την Τουρκία.
Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας Βουλγαρίας (ΒΝΒ, web: www.bnb.bg), το 2014 σημειώθηκαν καθαρές εκροές ελληνικών κεφαλαίων αξίας – 30,3 εκατ. ευρώ ενώ σύμφωνα με εκτιμήσεις της Invest Bulgaria (βουλγαρικής κρατικής υπηρεσίας προσέλκυσης επενδύσεων), οι ελληνικές ΑΞΕ στη Βουλγαρία είναι στην πραγματικότητα μεγαλύτερες, καθώς σημαντικό μέρος των εισροών επενδυτικών κεφαλαίων ελληνικών επιχειρήσεων προέρχεται κυρίως από το Λουξεμβούργο και την Κύπρο, καθώς επίσης και από την Ολλανδία.
Κύριοι λόγοι της ελκυστικότητας της Βουλγαρίας ως επενδυτικού προορισμού για τους Έλληνες είναι η γεωγραφική γειτνίαση, η χαμηλή φορολογία, το φθηνότερο σε ορισμένες περιπτώσεις εργατικό κόστος και τα χαμηλότερα κόστη λειτουργίας.
Σύμφωνα με στοιχεία της βουλγαρικής υπηρεσίας Εμπορικού Μητρώου και εκτιμήσεις της βάσης νομικών και εμπορικού ενδιαφέροντος δεδομένων CIELA, οι εγγεγραμμένες και (τυπικά) ενεργές εταιρείες με ελληνική συμμετοχή ανέρχονταν το α” 4μηνο του 2016 σε περίπου 15.000 (στα τέλη του 2015 υπολογίζονταν σε 13.500, ενώ το 2013 ήταν γύρω στις 9.000) και απασχολούσαν 53.000 εργαζομένους.
Με κριτήριο την εθνικότητα των συμμετεχόντων, οι εταιρείες με ελληνική συμμετοχή κατατάσσονται στη δεύτερη θέση, καθώς προηγούνται αυτές με βρετανική (περίπου 15.500) και ακολουθούν αυτές με ρωσική (περίπου 11.900).
Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι πολλές από τις εν λόγω εταιρείες έχουν ιδρυθεί με μοναδικό σκοπό την αγορά ακινήτου ή αυτοκινήτου και όχι οπωσδήποτε για τη μετεγκατάσταση παραγωγικών δραστηριοτήτων. Σε κάθε δε περίπτωση, και όταν ακόμη οι επιχειρήσεις αυτές ασκούν πραγματική εμπορική και παραγωγική δραστηριότητα, πρόκειται στη συντριπτική τους πλειοψηφία για μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που λόγω του περιορισμένου μεγέθους τους δεν ασκούν ιδιαίτερη επιρροή στη συνολική εικόνα των ελληνικών επενδύσεων στη Βουλγαρία.
Όπως αναφέρεται στην ετήσια έκθεση «διαπιστώσαμε, άλλωστε, ήδη ότι, παρά την αυξανόμενο αριθμό νέων εταιρειών με ελληνική συμμετοχή, τα τελευταία έτη δεν σημειώθηκε αντίστοιχη αύξηση των συνολικών ελληνικών επενδύσεων στη Βουλγαρία. Αντιθέτως, σε επίπεδο ροών καταγράφεται στασιμότητα και σε επίπεδο αποθεμάτων μικρή μείωση».
Τα συνολικά έσοδα των εταιρειών με ελληνική συμμετοχή στη Βουλγαρία κινούνται στα 5 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ τα συνολικά τους κέρδη ήταν στα τέλη του 2014 περίπου 100 εκατ. ευρώ. Σε ό,τι αφορά τη γεωγραφική τους κατανομή, οι περισσότερες από τις εταιρείες με ελληνική συμμετοχή (περίπου 5.900) είναι εγκατεστημένες στην Σόφια.
ΑΞΕ
Οι καταγραφείσες εισροές επενδυτικών κεφαλαίων, κατά το 2015, ανήλθαν, σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα στοιχεία της στατιστικής βάσης της Βουλγαρικής Κεντρική Τράπεζας, σε 1,6 δισ. ευρώ (περίπου 3,8% του ΑΕΠ), αυξημένες κατά 45,8% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.
Παρά, όμως, την όχι αμελητέα αυτή άνοδο πέρυσι, συνολικά οι σχετικές ροές την τελευταία εξαετία χαρακτηρίζονται από στασιμότητα που δεν ευνοεί την περαιτέρω ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής της οικονομίας.
Σύμφωνα με τη Βουλγαρική Κεντρική Τράπεζα, από το 2002 έως το 2007 οι εισροές επενδυτικών κεφαλαίων παρουσίασαν συνεχή ετήσια άνοδο, ενώ μόνο κατά την τελευταία πριν από την κρίση τριετία η Βουλγαρία προσέλκυσε επενδυτικά κεφάλαια από το εξωτερικό αξίας περίπου 22 δισεκ. ευρώ. Στα τέλη 2014, το ύψος των συνολικών ξένων επενδύσεων στην Βουλγαρία (stocks) υπολογιζόταν σε 38 δισ. ευρώ.
Οι χώρες της ΕΕ συμμετέχουν με ποσοστό περίπου 76% στις συνολικές επενδύσεις και οι τέσσερις πρώτες χώρες σε επενδύσεις, δηλ., η Αυστρία (5,3 δισεκ. ευρώ), η Ολλανδία (4,6 δισεκ. ευρώ), η Γερμανία (2,5 δισεκ. ευρώ) και η Ελλάδα (σχεδόν 2,4 δισεκ. ευρώ) συμμετέχουν με ποσοστό περίπου 39% στα συνολικά επενδεδυμένα κεφάλαια στην χώρα.
Περιπτώσεις αποεπενδύσεων την τελευταία τριετία καταγράφονται από Ολλανδία (κυρίως το 2015), Αυστρία και Ελλάδα.
Αντιθέτως, αύξηση επενδυτικών ροών προς τη Βουλγαρία εμφανίζουν η Γερμανία, η Κύπρος, η Ρωσία και το Λουξεμβούργο.
Σύμφωνα με προσωρινά στοιχεία της Βουλγαρικής Κεντρικής Τράπεζας, κατά το επτάμηνο 2016 οι ΑΞΕ αυξήθηκαν κατά 987,3 εκατ. ευρώ (ή 2,2% του ΑΕΠ) έναντι 1,1 δις ευρώ (ή 2,6% του ΑΕΠ) την αντίστοιχη περίοδο του 2015.
Πάντως, σημειώνεται ότι τα εν λόγω προσωρινά στοιχεία συχνά υπόκεινται σε μεταγενέστερες αναθεωρήσεις (ακόμη η Βουλγαρική Κεντρική Τράπεζα αναθεωρεί σχετικά στοιχεία του 2013). Οι μεγαλύτερες εισροές επενδύσεων την ως άνω περίοδο προήλθαν από την Ολλανδία και την Αυστρία. Όπως και τα προηγούμενα χρόνια, ο κύριος όγκος των ΑΞΕ προήλθε από εταιρικές συμμετοχές (equity capital) και, λιγότερο, από επανεπενδύσεις κερδών. Στα κεφάλαια εταιρικών συμμετοχών, η συμμετοχή των ιδιωτικοποιήσεων ήταν μηδενική γεγονός αναμενόμενο, καθώς καμία μεγάλου μεγέθους αποκρατικοποίηση δεν έλαβε χώρα την τετραετία 2012 – 2015.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία, το μεγαλύτερο επενδυτικό δυναμισμό επιδεικνύουν την τελευταία διετία ο χρηματοπιστωτικός κλάδος, η μεταποίηση και το εμπόριο.
Εμπορικές και οικονομικές σχέσεις Ελλάδας Βουλγαρίας
Η συνεργασία στον εμπορικό τομέα μεταξύ των δύο χωρών χαρακτηρίζεται από αξιόλογο όγκο διμερούς εμπορίου. Το 2015 στη γενική κατάταξη των ξένων αγοραστών ελληνικών προϊόντων η Βουλγαρία κατέλαβε την 5η θέση μετά την Τουρκία, την Ιταλία, τη Γερμανία και την Κύπρο. Στην κατάταξη των προμηθευτών της Ελλάδας η Βουλγαρία κατέλαβε το 2015 την 9η θέση με το εμπορικό ισοζύγιο να εμφανίζει έλλειμμα για τη χώρα μας σχεδόν 141 εκατ. ευρώ.
Το εμπορικό ισοζύγιο εμφανίζει μικρό έλλειμμα για τη χώρα μας, το οποίο το 2015 διευρύνθηκε ελαφρά, καθώς οι ελληνικές εξαγωγές παρουσίασαν (για τρίτη συνεχόμενη χρονιά) μείωση. Αντιθέτως, οι βουλγαρικές εξαγωγές κατέγραψαν αύξηση την τριετία 2012-2014, για να υποχωρήσουν ελαφρώς το 2015.
Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται, κυρίως, στη μεγάλη πτώση της τιμής τους πετρελαίου, καθώς, επίσης, στις συνθήκες οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα και τις ανταγωνιστικές τιμές των βουλγαρικών προϊόντων, αλλά και στην παραγωγή προϊόντων από επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων στη Βουλγαρία, τα οποία εν συνεχεία εξάγονται προς την Ελλάδα.
Βάσει προσωρινών στοιχείων για το 8μηνο 2016, παρατηρείται διεύρυνση του διμερούς εμπορικού ελλείμματος της χώρας, οφειλόμενη τόσο στη σημαντική μείωση των εξαγωγών προς τη Βουλγαρία όσο και στην αύξηση των εισαγωγών κατά το ως άνω χρονικό διάστημα.
Διάρθρωση των ελληνικών εξαγωγών
Όπως συνάγεται από την στατιστική ανάλυση των ελληνικών εξαγωγικών ροών προς την Βουλγαρία, η διάρθρωσή τους δεν παρουσιάζει φαινόμενα συγκέντρωσης σε ορισμένες κατηγορίες προϊόντων, αλλά διαχέεται σε ένα ευρύτατο φάσμα.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία (ΕΣΥΕ) των διμερών εμπορικών συναλλαγών για τα έτη 2014 και 2015 οι τρεις πρώτες σε εξαγωγές κατηγορίες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το σημαντικότερο κομμάτι της συνολικής αξίας των ελληνικών εξαγωγών στη Βουλγαρία είναι: «Βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κυρίως κατά πρώτη ύλη» (21,6% των εξαγωγών μας) «τρόφιμα και ζώα ζωντανά» (16,9%), «ορυκτά, καύσιμα, λιπαντικά κ.ά.» (14,5%). Η μείωση των ελληνικών εξαγωγών το 2015 θα μπορούσε να αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό στη μεγάλη μείωση των εξαγωγών (-23,41) στην κατηγορία « Ορυκτά, καύσιμα, λιπαντικά κλπ».
imerisia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου