29 Ιουλίου 2013

Η έγγραφη απολογία του Σίμου στο Πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ


Η έγγραφη απολογία του Σίμου στο Πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ



Κυριακή 28 Ιουλίου 2013 23:11
Τι λέει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος για τους χουντονόμους, τους "μάρτυρες" και τα φαινόμενα εκφασισμού




Τι λέει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος για τους χουντονόμους, τους "μάρτυρες" και τα φαινόμενα εκφασισμού

Με επιχειρηματολογία που αναδεικνύει τα πραγματικά κίνητρα της δίωξης του, ο Σίμος Κεδίκογλου κατέθεσε έγγραφο υπόμνημα στο Πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ το οποίο παρουσιάζει αποκλειστικά το parapolitika.gr. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, κάνει μνεία στον Χουντικό νόμο βάσει του οποίου οι δημοσιογράφοι που δεν συμμορφώνονται προς ... τας υποδείξεις του συνδικαλιστικού οργάνου , παράλληλα με τη διαγραφή τους από την Ένωση χάνουν και το δικαίωμα στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Κάνοντας δε τους ανάλογους ιστορικούς παραλληλισμούς , σημειώνει ότι ο εκφασισμός της κοινωνίας καλλιεργείται με τέτοιου είδους διώξεις. Ο Σίμος έχει παραπεμφθεί ως υπαίτιος για το λουκέτο στην ΕΡΤ και για αντισυναδελφική συμπεριφορά , κατηγορίες που αντικρούει σε κάθε περίπτωση τεκμηριωμένα.

Η κρίση δική σας :


" ΥΠΟΜΝΗΜΑ
του Συμεών Κεδίκογλου του Βασιλείου, Δημοσιογράφου, Βουλευτή, Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό και Κυβερνητικού Εκπροσώπου, κατοίκου Αθηνών, Βουλή των Ελλήνων,
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΟΥ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ (ΠΠΣ)
ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ ΑΘΗΝΩΝ (ΕΣΗΕΑ)
Αθήνα, 25 Ιουλίου 2013
*****
Επί της πειθαρχικής δίωξης που άσκησε εναντίον μου το ΠΠΣ της ΕΣΗΕΑ στη με αριθ. 93 συνεδρίασή του της 13/6/2013, η οποία μου γνωστοποιήθηκε με τη με αριθ. πρωτ. 1328/18.6.2013 επιστολή του Προέδρου του ιδίου ΠΠΣ, αρνούμενος κατηγορηματικά κάθε κατηγορία, επάγομαι τα εξής αυτονόητα:
1. Το ΠΠΣ, κατά παράβαση κάθε στοιχειώδους κανόνα σεβασμού των δικαιωμάτων, τήρησης αμερόληπτης και δίκαιης διαδικασίας για τον διωκόμενο, με παραπέμπει ενώπιόν του με ένα κατηγορητήριο έμπλεο μεροληπτικότητας, αοριστίας, συκοφαντικό και ψευδές. Από απλή ανάγνωση του κατηγορητηρίου, είναι προφανές ότι το ΠΠΣ έχει ήδη υιοθετήσει απολύτως τις σε βάρος μου αόριστες και ψευδείς κατηγορίες (τις οποίες, άλλωστε, το ίδιο έχει κατασκευάσει και διαμορφώσει) και δεν απομένει καμία απολύτως υποψία ότι θα κρίνει αμερόληπτα την υπόθεση, απλώς τηρεί νομιμοφανώς μία επίφαση πειθαρχικής διαδικασίας για να προχωρήσει στην προαποφασισμένη ετυμηγορία σε βάρος μου. Παρά ταύτα, υπερασπίζομαι στη συνέχεια τον εαυτό μου, διότι η υπό κρίση δίωξη και διαδικασία είναι επιεικώς (κατά πάσα, νομική και μη) έννοια απαράδεκτες, αλλά, βεβαίως, δεν τρέφω καμία αυταπάτη.

2. Η σε βάρος μου πειθαρχική δίωξη ασκήθηκε την 13-6-2013 από το ΠΠΣ αυτεπαγγέλτως.

Κατ’ αποκλεισμό εμού και των συνηγόρων μου, το ΠΠΣ εξέτασε όλους τους μάρτυρες.
Με κρίνει το ΠΠΣ.
Αντιγράφω από τις σελ. 39 και 40 της 3ης έκδοσης του πονήματος «Ο Συνήγορος» του Γεώργιου – Αλέξανδρου Μαγκάκη:
«… Ο Μεσαίωνας και η περίοδος της Απολυταρχίας υπήρξαν για τη δικηγορία και γενικότερα για τη δικαιοσύνη κυριολεκτικά σκοτεινή εποχή. Στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης επικρατούσε λεγόμενο «εξεταστικό σύστημα» … ήταν μια από τις πιο απάνθρωπες μορφές αυθαιρεσίας, που, φορώντας το προσωπείο της δικαιοσύνης, βασάνισε και ταπείνωσε την ανθρωπότητα για αιώνες.
Το σύστημα αυτό στηρίχθηκε στην απλή σκέψη –που η ιστορική εξέλιξη αποκάλυψε απλοϊκή με πολύ οδυνηρές συνέπειες για την ανθρώπινη κοινωνία- ότι ένα και το ίδιο πρόσωπο, ο δικαστής, εφόσον έχει υποχρέωση αντικειμενικότητας, … μπορεί και την κατηγορία να υποστηρίζει, και τον κατηγορούμενο να προστατεύσει, και την απόφαση να διατυπώσει για την βασιμότητα ή όχι της κατηγορίας και την αθωότητα ή την ενοχή του κατηγορουμένου … Η έγερση της κατηγορίας ήταν δημόσια υπόθεση και γινόταν αυτεπάγγελτα από τον λεγόμενο «εξεταστή δικαστή», πολλές φορές με βάση μυστικές καταδόσεις. Ο δικαστής αυτός ήταν στη συνέχεια εκείνος που ερευνούσε τη βασιμότητα της κατηγορίας (αυτή που ο ίδιος είχε εγείρει), ήταν δηλαδή, εκτός από κατήγορος, και ανακριτής, αλλά στη συνέχεια και κριτής της όλης υπόθεσης …
Κορύφωση και φριχτή επιδείνωση αυτού του συστήματος αποτέλεσε η «Ιερή Εξέταση» …».
Παρά τον ενδεχόμενο κίνδυνο να διωχθώ εκ νέου, επειδή προφανέστατα «δεν συνεμορφώθην προς τα υποδείξεις», αλλά επιμένω να εκφράζω την άποψή μου, να εκτελώ το καθήκον μου, ως Δημοσιογράφου, Βουλευτή και Υπουργού, να υπερασπίζομαι τους Δημοκρατικούς Θεσμούς, ασκώ το νόμιμο δικαίωμά μου και προβάλλω ότι η σε βάρος μου πειθαρχική δίωξη και πειθαρχική διαδικασία πάσχουν ακυρότητα για τους παραπάνω ενδεικτικούς λόγους, με αποτέλεσμα ο Νόμος να επιβάλει την πλήρη απαλλαγή μου και την παύση της παράνομης πειθαρχικής μου δίωξης.
Και ως μέλος της ΕΣΗΕΑ, που μελαγχολεί με την ανυποληψία στην οποία έχει αυτή περιέλθει στα μάτια πολλών Συναδέλφων και μεγάλου μέρους του Ελληνικού Λαού, κυριολεκτικά παρακαλώ το ΠΠΣ: ΜΗΝ σημαδέψετε ανεξίτηλα την ΕΣΗΕΑ, ότι δέχεται ως νόμιμη και έγκυρη τη σε βάρος μου δίωξη και την ακολουθούμενη διαδικασία, όταν συγκεντρώνουν τόσα ανησυχητικώς πολλά από τα χαρακτηριστικά που καυτηρίασε ο Μαγκάκης!

3. Δυστυχώς, όσο κι αν το επιθυμώ, δεν δικαιούμαι να παραβλέψω το ενδεχόμενο το ΠΠΣ να κρίνει νόμιμες και έγκυρες τις σε βάρος μου δίωξη και διαδικασία, κατά μείζονα λόγο δεδομένου ότι το ίδιο είναι που άσκησε την εν λόγω δίωξη και κατευθύνει την εν λόγω διαδικασία. Υπό την (απορριπτέα) αυτή εκδοχή, προβάλλω ότι η σε βάρος μου δίωξη και διαδικασία πάσχουν ακυρότητα, και επειδή η εναντίον μου κατηγορία πάσχει αθεράπευτης αοριστίας (αν δεν είναι εντελώς ακατανόητη).
Ειδικότερα, είναι εντελώς αδύνατο για οιονδήποτε να αντιληφθεί (ενδεικτικώς:) πώς, με ποιο δηλαδή τρόπο τα αναφερόμενα στην κατηγορία πραγματικά περιστατικά, και αληθή υποτιθέμενα, φέρονται να παραβίασαν τις διατάξεις που αντιγράφει η κατηγορία.
Συγκεκριμένα, η κατηγορία μού προσάπτει, πρώτα – πρώτα, ότι ενώ «προφανώς» (τι υπέροχη λέξη – πάγιο μπάλωμα της απουσίας αποδείξεων!) γνώριζα τις θέσεις του Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ, δεν κατόρθωσα εντός έτους να περιορίσω, αν όχι να εξαλείψω, τα αρνητικά φαινόμενα στην ΕΡΤ που κατήγγειλε το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ. Αυτά, όμως, δεν απαγορεύονται από καμία από τις αντιγραφόμενες στην κατηγορία διατάξεις. Επομένως, η σε βάρος μου δίωξη είναι, ως προς το σημείο αυτό, εντελώς αόριστη και ακατανόητη.
Εν συνεχεία, σίγουρα όχι σε μια επίδειξη … ευφράδειας, αντικειμενικής και ψύχραιμης θεώρησης των πραγμάτων, η κατηγορία μου προσάπτει ότι «… όπως καταγγέλλεται, θεώρησε ευκαιρία για διορισμούς «από το παράθυρο» φιλικών του ατόμων, αλλά και συγγενών, κουμπάρων, φίλων και πολιτικών στελεχών …». Αντιπαρέρχομαι το ότι πρόκειται για πρόστυχη συκοφαντία (για την οποία επιφυλάσσομαι κάθε δικαιώματός μου) και τονίζω ότι οι κατά Μαγκάκη «μυστικές καταδόσεις» εξελίχθηκαν σε «καταγγελίες». «Καταγγελίες», χωρίς –επιμελέστατα- να παρατίθεται ούτε ποιους φέρομαι να διόρισα «από το παράθυρο», ΟΥΤΕ ΚΑΝ ΕΝΑΝ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ! Και ούτε καν έναν συγκεκριμένο δεν ανέφερε κανένας μάρτυρας! Επομένως, πρόκειται για ακραία αοριστία της κατηγορίας, που δεν θεραπεύθηκε (έστω απαραδέκτως) κατά τη διαδικασία. Συνεπώς, η κατηγορία, η σε βάρος μου δίωξη και η όλη διαδικασία είναι άκυρες. Εκτός, βεβαίως, κι αν ήθελε γίνει δεκτό ότι το ΠΠΣ δικαιούται να διατυπώνει, να κρίνει και να δέχεται επιμελώς αόριστες κατηγορίες, τεχνική που, ως γνωστόν, τελειοποίησε ο σταλινικός εγκληματίας, Andrei Vyshinsky.
Εν συνεχεία, η κατηγορία μού αποδίδει το κλείσιμο της ΕΡΤ και τις εντεύθεν απολύσεις δημοσιογράφων. Όμως, ούτε έκλεισα την ΕΡΤ, ούτε απέλυσα δημοσιογράφους. Αντιθέτως, η λύση του νομικού προσώπου της ΕΡΤ Α.Ε., αλλά και των συμβάσεων εργασίας του προσωπικού του (δεν μεσολάβησε καμία απόλυση κατά την έννοια του νόμου) έλαβε χώρα με Νόμο που ψήφισε το Ελληνικό Κοινοβούλιο (άρθρο 14Β Ν. 3429/2005, όπως προστέθηκε με το άρθρο 66 Ν. 4022/2011 και συμπληρώθηκε με την ΠΝΠ της 10/6/2013, την οποία υπέγραψε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μετά από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου). Και η κατηγορία δεν εκθέτει καν πώς ισχυρίζεται ότι εγώ είμαι που έκλεισα την ΕΡΤ και απέλυσα προσωπικό της. Ή μήπως ισχυρίζεται η κατηγορία ότι, … έμπλεος πάθους, χειραγώγησα τη Βουλή, το Υπουργικό Συμβούλιο και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας; Δεν θα ήταν σοβαρό κάτι τέτοιο! Επομένως, η κατηγορία είναι εξ ορισμού ανυπόστατη, αλλά είναι και ακραίως αόριστη, διότι δεν εξηγεί καν πώς φέρομαι να έκανα όσα αορίστως μου προσάπτει, ούτε καν πώς τάχα είχα τη δυνατότητα να το κάνω.
Επιπροσθέτως, κατηγορούμαι ότι κατασυκοφάντησα το σύνολο των δημοσιογράφων της ΕΡΤ και απαξίωσα το σύνολο του προσωπικού της. Όμως, η κατηγορία παραθέτει αποκλειστικά και μόνο μία περικοπή δήλωσής μου, συγκεκριμένα ότι «… απεργούσαν οι δημοσιογράφοι γιατί τους είχαμε κάνει ειδικό μισθολόγιο, το οποίο τους καθιστούσε τους πλέον προνομιούχους του ελληνικού δημοσίου …». Η δήλωση αυτή, καταρχήν, δεν αναφέρει το παραμικρό για το προσωπικό της ΕΡΤ, πλην δημοσιογράφων. Επομένως, το δεύτερο τμήμα της ως άνω κατηγορίας είναι απορριπτέο, εκτός κι αν το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο δικαιούται να ασκεί διώξεις και να κρίνει χωρίς να παραθέτει τις δηλώσεις, με τις οποίες φέρομαι να τα έπραξα αυτά, μάλιστα χωρίς να μνημονεύει απολύτως τίποτε το συγκεκριμένο που να μου επιτρέπει να απολογηθώ. Διότι, βεβαίως, δεν μπορώ ούτε να διαψεύσω, ούτε να επιβεβαιώσω κάτι που δεν παρατίθεται, όπως γνωρίζει κάθε στοιχειωδώς καλός δημοσιογράφος. Όμως, το χειρότερο είναι ότι η κατηγορία δεν παραθέτει τις αμοιβές των δημοσιογράφων συγκριτικώς προς αυτές του ειδικού μισθολογίου, έτσι ώστε να προκύψει αν οι δημοσιογράφοι ήμασταν ο πλέον προνομιούχος κλάδος που μισθοδοτούταν με χρήματα του Έλληνα φορολογουμένου. Ως δε προνομιούχος ορίζεται ο έχων προνόμια. Συνεπώς, όταν ένας κλάδος έχει ιδιαίτερο μισθολόγιο, και δη σε μια περίοδο που οι αποδοχές όλων των εργαζομένων αδιακρίτως, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, συρρικνώνονται, όπως και να το κάνουμε, θεωρείται ότι έχει προνόμιο. Είναι, επομένως, προνομιούχος, κατά τη γνώμη μου. Εκτός, βέβαια, κι αν, εν τέλει, το πειθαρχικώς κολάσιμο, είναι το να έχω γνώμη και να την εκφράζω.
Τέλος, κατηγορούμαι ότι παραβίασα τον Κώδικα Δεοντολογίας και το Καταστατικό της ΕΣΗΕΑ, επειδή εξέφρασα δυσμενή γνώμη για τη συνδικαλιστική ηγεσία του κλάδου. Η κατηγορία αυτή, πέραν από νομικώς και πειθαρχικώς παντελώς ανεπέρειστη, είναι ανάξια Δημοσιογράφου. Όχι, όμως, όταν απευθύνεται εναντίον του, αλλά όταν εκπορεύεται απ’ αυτόν. Διότι, πράγματι, είναι ανάξιος να αποκαλείται Δημοσιογράφος, αλλά ακόμη και Ελεύθερος Δημοκράτης, όποιος σκέφθηκε να χρησιμοποιήσει την απειλή της διακοπής της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, που φέρεται να συνεπάγεται η διαγραφή από την ΕΣΗΕΑ, προκειμένου να εκβιάσει Δημοσιογράφο, Βουλευτή και Υπουργό να μην εκφράζει τη γνώμη του, μόνο και μόνο επειδή ήταν δυσμενής για τη συνδικαλιστική ηγεσία της ΕΣΗΕΑ. Σε κάθε περίπτωση, η ενάσκηση της ελευθερίας έκφρασης, βεβαίως, δεν παραβιάζει –ούτε δύναται να παραβιάζει- καμία διάταξη του Καταστατικού και του Κώδικα Δεοντολογίας της ΕΣΗΕΑ.

Συνεπώς, η κατηγορία, η σε βάρος μου δίωξη και η όλη διαδικασία είναι άκυρες, ως επιμελώς αόριστες, καθώς περιορίζονται να με χαρακτηρίσουν δυσμενώς και υβριστικώς, χωρίς να μου προσάπτουν απολύτως κανένα συγκεκριμένο πραγματικό περιστατικό που να στοιχειοθετεί την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση συγκεκριμένου παραπτώματος που να προβλέπεται και να τιμωρείται από συγκεκριμένη διάταξη (άλλωστε, δεν παρατίθεται καν διάταξη με κυρώσεις).

4. Οι καταθέσεις των μαρτύρων «κατηγορίας» θα έπρεπε να διδάσκονται στις Νομικές Σχολές και τις Σχολές Δημοσιογραφίας παγκοσμίως σαν … υποδείγματα αντικειμενικότητας και δημοκρατικότητας! Αρκεί να αναγνωστούν για να καταγνωσθεί το μέτρο της μεροληπτικότητας, αλλά και το πάθος, που χαρακτηρίζει τους μάρτυρες «κατηγορίας», όλοι εκ των οποίων καταθέτουν ότι έχουν διατελέσει ή διατελούν –ως εκ ευτυχούς, προφανώς, συμπτώσεως!- συνδικαλιστές. Κανένας μη συνδικαλιστής Δημοσιογράφος δεν κατέθεσε ότι θεώρησε πως αναφέρθηκα σε ΟΛΟΥΣ τους δημοσιογράφους, όταν ουδέποτε χρησιμοποίησα αυτή τη λέξη, αντιθέτως, όπως βεβαιώθηκε από μάρτυρα, ξεκαθάρισα ότι πλήθος άξιοι άνθρωποι εργάζονταν στην ΕΡΤ.

Παρά την προκατάληψη των μαρτύρων «κατηγορίας», όμως, η αλήθεια είναι τόσο ξεκάθαρη, που καταδεικνύεται από τις ίδιες τις μεροληπτικές καταθέσεις τους, μόλις αφαιρέσει κανείς όλες τις ύβρεις και τις προσβολές, εκ των οποίων βρίθουν:
(α) Ο κ. Φιλιππάκης μού αποδίδει αποκλειστικώς το εξής: «… Δεν γνωρίζω αν είναι ο ίδιος, που έδωσε προφορικά ή έγγραφα εντολή για να πέσει μαύρο στην ΕΡΤ, αλλά θεωρώ ότι αφενός από το διάγγελμα που διάβασε στις 11.06.2013, είχε συμμετοχή στη λήψη της τελικής απόφασης …». Δηλαδή Έλληνας Δημοσιογράφος ισχυρίζεται ότι ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Μέλος της Βουλής των Ελλήνων, ο οποίος στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων του διάβασε ανακοίνωση της Κυβέρνησης, συμμετείχε εξ ορισμού στη λήψη της κυβερνητικής απόφασης, και πρέπει να κολαστεί γι’ αυτό! Κι αυτό (καθώς και η άποψη του ΠΠΣ, ότι εγώ ευθύνομαι για Νόμο και ΠΝΠ) δεν συνιστά παραβίαση του άρθρου 6 εδ. α΄ του Κώδικα Δεοντολογίας της ΕΣΗΕΑ περί απαγόρευσης εκτόξευσης ασύστατων κατηγοριών!!! Αλλά ακόμη κι αν δεν συνιστά κάτι τέτοιο, είναι σαφές ότι ο κ. Φιλιππάκης βεβαίωσε αποκλειστικώς ότι διάβασα μια ανακοίνωση της Κυβέρνησης, πράγμα που, βεβαίως, δεν μπορεί να απαγορεύεται από καμία διάταξη. Κατά συνέπεια, με βάση την κατάθεση Φιλιππάκη, η απαλλαγή μου επιβάλλεται.
(β) Ο κ. Μπετινάκης καταθέτει κι αυτός γνώμες και απόψεις του και μου προσάπτει αποκλειστικώς την κυβερνητική ανακοίνωση (την αναφέρει ως «διάγγελμα»). Ισχύουν τα προαναφερθέντα.
Αξιοσημείωτο, πάντως, είναι ότι, στην καταγγελία του, ο κ. Μπετινάκης δηλώνει επί λέξει ότι «με παραπέμπει». Κυριολεκτικά εντυπωσιάζει αλγεινώς η άκυρη και παράνομη πειθαρχική διαδικασία.
(γ) Ο κ. Τσαλαπάτης παραδέχεται ότι η ΕΡΤ έβριθε ρουσφετιών, τα οποία με κατηγορεί ότι ανακάλυψα όψιμα, πράγμα άσχετο προς την κρινόμενη υπόθεση. Στη συνέχεια παραπονείται για τις υπέρογκες αμοιβές δύο σταρ, τις οποίες λάμβαναν όταν εγώ δεν είχα καμία σχέση με την ΕΡΤ, όπως ο ίδιος παραδέχεται, πράγμα, όμως, επίσης άσχετο με την κρινόμενη υπόθεση. Μετά με κατηγορεί για επιλεκτική μνήμη, διορισμούς (χωρίς να αναφέρει κανένα συγκεκριμένο), κατάθεση τροπολογίας άσχετης προς την υπόθεση, υπογραφή Κ.Υ.Α. άσχετης προς την υπόθεση (μάλιστα αναφέρεται και σε επίορκους συνδικαλιστές, αλλά υποψιάζομαι ότι σε αυτόν επιτρέπεται να εκφράζεται έτσι και δεν κινδυνεύει με πειθαρχική δίωξη), τη μετεκπαίδευσή μου (!) και «γκεμπελική έμπνευση» (υποψιάζομαι και πάλι ότι το Καταστατικό και ο Κώδικας Δεοντολογίας της ΕΣΗΕΑ δεν εφαρμόζονται στον εν λόγω κύριο, ειδάλλως αποτελεί μυστήριο το γιατί το ΠΠΣ δεν έχει ακόμη ασκήσει δίωξη εναντίον του, έστω σε ένδειξη κατ’ επίφαση τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μελών της Ένωσης!).
Εν πάση περιπτώσει, εν μέσω των άσχετων με την υπόθεση ασυναρτησιών του, ο κ. Τσαλαπάτης παραδέχθηκε κάτι σημαντικό: Ότι όντως οι δημοσιογράφοι έχουν ιδιαίτερο μισθολόγιο και έχουν εξαιρεθεί του ενιαίου.

Το συμπέρασμα είναι απλό: οι μάρτυρες περιορίστηκαν να με υβρίσουν στις βρίθουσες χαρακτηρισμών καταθέσεις τους (για τις οποίες επιφυλάσσομαι της άσκησης των νομίμων δικαιωμάτων μου), αλλά δεν κατέθεσαν ούτε καν ένα συγκεκριμένο πραγματικό περιστατικό που να στοιχειοθετεί κατηγορία σε βάρος μου. Αντιθέτως, με τις καταθέσεις τους, με τις οποίες αφενός με κατηγορούν μόνο για την ανάγνωση της ανακοίνωσης της κυβέρνησης και για άσχετα με την υπόθεση πράγματα, κι αφετέρου παραδέχονται την ύπαρξη ιδιαίτερου μισθολογίου για τους δημοσιογράφους, απέδειξαν την αθωότητά μου.


5. Κατά τον Κώδικα Δεοντολογίας, «οι υποχρεώσεις των δημοσιογράφων, που απορρέουν από τον Κώδικα δεν συνιστούν περιορισμό της ελευθερίας της έκφρασης».
Ο σοφός λαός έχει ένα γνωμικό για «όποιον έχει τη μύγα».
Γιατί άραγε ο Κώδικας Δεοντολογίας να σπεύσει να διαβεβαιώσει –ή άραγε να επιβάλει;- ότι οι περιορισμοί που επιβάλλει δεν περιορίζουν την έκφραση;
Πού το γνωρίζει και πώς το προεξοφλεί;
Όσα επιμελώς αορίστως μου προσάπτονται –πέραν του κλεισίματος της ΕΡΤ που, όπως προεξέθεσα, δεν μπορεί να αποδοθεί σ’ εμένα- αποτελούν ΕΚΦΡΑΣΗ ΓΝΩΜΗΣ ΚΑΙ ΔΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, όπως κατέθεσαν και οι μάρτυρές μου, και μάλιστα υπό την παράλληλη ιδιότητά μου ως Βουλευτή του Ελληνικού Κοινοβουλίου που απολαμβάνει ειδικής προστασίας κατά το άρθρο 61 του Συντάγματος.
Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί σε βάρος μου κατηγορία.
Εκτός κι αν η ΕΣΗΕΑ έχει καταντήσει όργανο ελέγχου της ελεύθερης έκφρασης, άλλως όργανο λογοκρισίας, οπότε όλοι οι πολίτες πρέπει να ανησυχούμε σφόδρα.

6. Οι μάρτυρές μου ανέλυσαν τα περί πολιτικού λόγου και του καθήκοντός μου ως μέλους της Κυβέρνησης (ήτοι συλλογικού οργάνου), Βουλευτή, πολιτικού και ιδίως Κυβερνητικού Εκπροσώπου. Περιττεύει να τα επαναλάβω.

7. Όπως προκύπτει από την κατηγορία και ανέλυσε ο μάρτυρας Παπαδόπουλος, το Ε.Ο.Δ. της ΕΣΗΕΑ κατήγγειλε, αν όχι όλα, πολλά απ’ όσα κατήγγειλα κι εγώ (και επιβεβαίωσε και ο μάρτυρας).
Συνακόλουθα, δικαιούμαι να διερωτώμαι:
Μπορεί οιοσδήποτε να κατονομάσει δέκα (10) έστω περιπτώσεις δημοσιογράφων της πρώην ΕΡΤ, ενάντια στους οποίους να ασκήθηκε αυτεπαγγέλτως πειθαρχική δίωξη από την ΕΣΗΕΑ για όλα αυτά που κατήγγειλε η ίδια η ΕΣΗΕΑ ότι συνέβαιναν στην ΕΡΤ, με συνέπεια τη διαγραφή τους;
Πληροφορούμαι ότι δεν υπάρχουν όχι δέκα (10), αλλά ούτε ένας (1). Όμως, επειδή, ως Δημοσιογράφος, είμαι από τη φύση μου περίεργος, αγωνιώ να με ενημερώσει σχετικώς η ΕΣΗΕΑ.
Αλλά αν δεν το πράξει, ή αν δεν υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις, τότε θα εξακολουθήσει το ΠΠΣ να θεωρεί ευυπόληπτες (και όχι ανυπόληπτες) τις συνδικαλιστικές ηγεσίες που ανέχονταν και ανέχονται τέτοια φαινόμενα στην ΕΣΗΕΑ, την ΕΡΤ και την Ελληνική Δημοσιογραφία;

Κι αν πραγματικά, με το χέρι στην καρδιά, το θεωρεί, μήπως θα είναι καλύτερο να διερωτηθεί γιατί η συντριπτική πλειοψηφία των Δημοσιογράφων απαξιεί να ψηφίσει για συνδικαλιστική ηγεσία;
Αυτές οι συνδικαλιστικές ηγεσίες δεν έχουν περιπέσει σε ανυποληψία;
Η κατάληψη των εγκαταστάσεων της πρώην ΕΡΤ από λίγες δεκάδες εργατοπατέρες και των συν αυτοίς, που εμποδίζουν τη λειτουργία του μεταβατικού φορέα, δεν είναι ανυπόληπτη –και εγκληματική- ενέργεια;
Κι οι ποινικώς κολάσιμες πράξεις αυτές δεν αποτελούν και πειθαρχικά παραπτώματα, αλλά και ηθικώς επιλήψιμες ενέργειες, που επιβαρύνουν τους Έλληνες εν μέσω της Εθνικής Προσπάθειας;

Η μαύρη, σκληρή, αλήθεια είναι ότι όσες από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες των δημοσιογράφων αρνούνται την πραγματικότητα, λειτουργούν ως φερέφωνα κομμάτων και προκηρύσσουν κάθε τρεις και λίγο απεργίες για ο,τιδήποτε, σαν να πρόκειται για πανάκεια, στερώντας έτσι από τον Ελληνικό Λαό την ενημέρωση, έχουν όντως περιπέσει σε έσχατα όρια ανυποληψίας, κατά τη γνώμη που έχω και ελεύθερα εκφράζω.
Όπως πολλοί υποστηρίζουν, η ΕΣΗΕΑ θα είχε πιθανώς ελάχιστα μέλη, αν ο α.ν. 248/1967 δεν περιόριζε την ασφάλιση του ΕΔΟΕΑΠ αποκλειστικά και μόνο στα μέλη της (και άλλων τριών συνδικαλιστικών οργανώσεων). Ο νόμος αυτός, που εκδόθηκε την εποχή της Χούντας, όταν οι συνταγματάρχες είχαν τον έλεγχο της ΕΣΗΕΑ και των λοιπών οργανώσεων, στόχευσε να προσελκύσει (εν τοις πράγμασι, υποχρεώσει) τους Δημοσιογράφους να γίνουν μέλη των οργανώσεων αυτών, που τελούσαν υπό φασιστική εξάρτηση, ώστε έτσι να ελέγχονται μέσω αυτών οι Δημοσιογράφοι.

Λόγω του ως άνω χουντικής εμπνεύσεως νόμου, σήμερα το ρόλο αυτό των συνταγματαρχών, μοιάζουν να έχουν τη δυνατότητα να αναλάβουν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες. Αλλά δεν θέλω ούτε καν να σκέφτομαι ότι μπορεί Δημοσιογράφος, ακόμη κι αν είναι συνδικαλιστής ή συνδικαλισμένος, θυμωμένος και παθιασμένος, να χρησιμοποιεί την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ως μέσο άσκησης αθέμιτης πίεσης!

8. Στις 11/6/2013 το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ –δηλαδή η συνδικαλιστική της ηγεσία- με δημόσια ανακοίνωσή του, καταδίκασε το κλείσιμο της ΕΡΤ και με κάλεσε «… να παραδώσ[ω] τη δημοσιογραφική [μ]ου ταυτότητα και να παραιτηθ[ώ] από μέλος της ΕΣΗΕΑ, άλλως το Δ.Σ. θα προχωρήσει στη διαδικασία διαγραφής [μ]ου από το Σωματείο μας …».

Δύο (2) ημέρες αργότερα, στις 13/6/2013, ως εξ ακραίας συμπτώσεως την ημέρα ανάδειξης των υποψηφίων στις αρχαιρεσίες της ΕΣΗΕΑ, το απερχόμενο ΠΠΣ αποφάσισε την πειθαρχική μου δίωξη, σε μία απόφαση που είχε προαναγγελθεί στα Μέσα.
Η δε κλήση μου για πρόταση μαρτύρων στο Πειθαρχικό, μου απευθύνεται με την ιδιότητα του Κυβερνητικού Εκπροσώπου και Βουλευτή και φέρει αριθμό πρωτοκόλλου 1328/18-6-2013, ημέρα κατά την οποία, ως εκ νέας ακραίας συμπτώσεως, έτυχε να διενεργούνται οι αρχαιρεσίες ανάδειξης των νέων μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΣΗΕΑ, της Εξελεγκτικής Επιτροπής και των Πειθαρχικών Συμβουλίων.
Εντυπωσιακές συμπτώσεις!
Επομένως, ας μην κοροϊδευόμαστε: Δεν διώκομαι για κάτι που έκανα ή που δεν έκανα. Αντιθέτως, κατασκευάστηκε σε βάρος μου μια δημοκρατικώς απαράδεκτη, νομικώς ασυνάρτητη και νοητικώς ανυπόστατη κατηγορία, προκειμένου να διαπομπευτώ και να τιμωρηθώ, επειδή το Ελληνικό Κοινοβούλιο ψήφισε Νόμο, το Υπουργικό Συμβούλιο πρότεινε και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπέγραψε Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, που όλα μαζί έθιξαν τα κατεστημένα συμφέροντα κάποιων ψηφοθηρούντων, που ο λαός αποκαλεί «εργατοπατέρες». Όλα τα υπόλοιπα είναι γελοίες προφάσεις, που εκθέτουν όποιον τις υποστηρίζει.
Τούτων λεχθέντων, ας μου επιτραπεί και η επισήμανση ότι δεν αποτελεί μνημείο δημοκρατικότητας και αντικειμενικότητας:
- Ούτε η τάση του Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ να αναφέρεται στην ΕΣΗΕΑ χρησιμοποιώντας κτητική αντωνυμία!
- Ούτε η επιλογή του να υποκαταστήσει το ΠΠΣ και να ανακοινώσει πως θα προχωρήσει το ίδιο στον κολασμό μου, παρόλο που γνωρίζει ότι δεν έχει τέτοια εξουσία!
- Ούτε –ιδίως- η αναφορά του («γραμμή» ή «καθοδήγηση» το λένε πολλοί) σε διαδικασία διαγραφής μου, αντί για πειθαρχική διαδικασία ή πειθαρχική μου δίωξη.
Κατά συνέπεια, σε ό,τι με αφορά προσωπικά, εγώ τουλάχιστον (σε αντίθεση π.χ. με το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ ή και το απελθέν ΠΠΣ, που εξευτέλισαν κάθε δικαίωμά μου σε στοιχειωδώς δίκαιη δίκη) δεν παραβίασα απολύτως καμία έγκυρη και ισχυρή διάταξη απολύτως κανενός Καταστατικού, Κανονισμού, Κώδικα ή Νόμου.

9. Συμπερασματικώς, η σε βάρος μου πειθαρχική δίωξη είναι απαράδεκτη, παράνομη και άκυρη, όπως και η εν γένει σε βάρος μου διαδικασία. Παράλληλα, η κατηγορία δεν ευσταθεί και είναι εντελώς αβάσιμη (στο βαθμό που δύναται κανείς να την κατανοήσει). Όλα αυτά, δε, είναι ξεκάθαρα ακόμη και σε πρωτοετείς φοιτητές της Νομικής.
Παρά ταύτα, κάποιοι θεωρούν ότι ΠΡΕΠΕΙ να διωχθώ και να τιμωρηθώ. Διότι τάχα αυτό επιβάλλει μια κακώς νοούμενη συντεχνιακή αλληλεγγύη.
Εγώ θα περιοριστώ να υπενθυμίσω ότι στις αρχές του περασμένου αιώνα ο συνδυασμός της εθνικιστικής “Action Francaise” του Charles Maurrass με τον Επαναστατικό Συνδικαλισμό του Georges Sorel στη Γαλλία γέννησαν στην Ιταλία τον Εθνικιστικό Συνδικαλισμό, που με τη σειρά του γέννησε το Φασισμό (Fascismo), ο οποίος –κατά ορισμένους, ακόμη και ετυμολογικώς- στηρίχθηκε στις fasci, δηλαδή στις συντεχνίες. Κι Ελληνική εμπειρία της χουντικής 7ετίας με τον α.ν. 248/1967 οφείλει να υπενθυμίζει ότι οι εχθροί της Δημοκρατίας χρησιμοποιούν την απειλή της απώλειας της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης για να «συμμορφώνουν» Δημοσιογράφους και να εμποδίζουν την Ελευθερία της Έκφρασης και την Ελευθεροτυπία. Επομένως, έχει ιστορικώς αποδειχθεί ότι η κακώς νοούμενη συντεχνιακή αλληλεγγύη δύναται να χρησιμοποιηθεί κατά τρόπο που υποσκάπτει τα θεμέλια της ίδιας της Δημοκρατίας. Γι’ αυτό η τήρηση της Δημοκρατικής Νομιμότητας από την ΕΣΗΕΑ, τη συνδικαλιστική εκπρόσωπο της Συντεχνίας των Λειτουργών του Τύπου, είναι θεμελιώδης υποχρέωση του ΠΠΣ, του ΔΣ και κάθε Δημοσιογράφου.

Γ ι α τ ο ύ ς λ ό γ ο υ ς α υ τ ο ύ ς
επιφυλασσόμενος κάθε δικαιώματός μου, καθώς και κάθε αξίωσής μου κατά παντός φυσικού ή νομικού προσώπου,
α ι τ ο ύ μ α ι
την παύση της άκυρης, παράνομης και αντιδημοκρατικής πειθαρχικής μου δίωξης και εν γένει διαδικασίας και την απαλλαγή μου από κάθε

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου