8 Οκτωβρίου 2013

Αφιέρωμα: Ο Aκης της διαπλοκής


Αφιέρωμα: Ο Aκης της διαπλοκής


Ηυπόθεση του Άκη Τσοχατζόπουλου είναι ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά και οικονομικά σκάνδαλα της χώρας, που οδηγεί πρώτη φόρα στη δίκη ενός πολιτικού προσώπου, που εγκαλείται σε βαθμό κακουργήματος για διακίνηση μαύρου πολιτικού χρήματος.

Ο Άκης Τσοχατζόπουλος, εκ των ιδρυτικών στελεχών του ΠΑΣΟΚ, διετέλεσε βουλευτής από το 1974 έως το 2007, συμμετείχε σχεδόν σε όλα τα υπουργικά συμβούλια των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ από την πρώτη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου το 1981 μέχρι και...
το τέλος της πρωθυπουργίας του Σημίτη το 2004, ενώ για λίγες μόλις ψήφους δεν διαδιέχθηκε τον Ανδρέα Παπανδρέου στην ηγεσία του κόμματος το 1996.


Ο Α. Τσοχατζόπουλος διετέλεσε Υπουργός Εθνικής Άμυνας στην πρώτη κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη, από τον Σεπτέμβριο του 1996 μέχρι και τον Απρίλιο του 2000, ενώ σε αυτό το αξίωμα παρέμεινε για περίπου ενάμισι χρόνο και στην δεύτερη τετραετία του K. Σημίτη. Κατά τη διάρκεια της θητείας του σε αυτό το υπουργείο, ο Τσοχατζόπουλος εμφανίζεται να δέχεται μίζες πολλών εκατομμυρίων ευρώ για την υπογραφή συμφωνιών, που αφορούσαν την αγορά οπλικών συστημάτων και υποβρυχίων, χρήματα τα οποία στην συνέχεια διακίνουσε μέσω offshore εταιρειών, σε μια πρόσπαθεια να αποκρύψει την παράνομη προέλευσή τους.


Συγκεκριμένα, κατά το εισαγγελικό πόρισμα, ο πρώην υπουργός από τον Μάιο του 1998 ως τις 7/6/2001 απέκρυψε περιουσία συνολικού ύψους 16.202.000 ελβετικών φράγκων και 1.748.000 δολαρίων ΗΠΑ, χρήματα τα οποία αποτελούν προϊόν παθητικής δωροδοκίας του ίδιου σχετικά με τις συμβάσεις προμήθειας των οπλικών συστημάτων TOR M1. Στις 2/12/2002 ο Τσοχατζόπουλος απέκρυψε εκ νέου περιουσία συνολικού ύψους 2.960.225 ελβετικών φράγκων σχετικά με τις συμβάσεις ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ και ΠΟΣΕΙΔΩΝ 2, τα οποία και αποτελούν την παράνομη αμοιβή, που κατέβαλε μέσω τρίτης εταιρείας, η γερμανική Ferrostaal για τα υποβρύχια που πούλησε στο ελληνικό κράτος.


Το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, ωστόσο, περιλάμβανει νέα στοιχεία που δείχνουν πως τα χρηματικά ποσά, που δέχτηκε ως αντάλλαγμα για την υπογραφή των παραπάνω συμβάσεων, ήταν ακόμη μεγαλύτερα. Συγκεκριμένα, για τα οπλικά συστήματα TOR-M1 φέρεται πως δέχτηκε από την ρωσική ΑΝΤΕΥ τουλάχιστον 32.404.000 ελβ. φράγκα, 1.748.000$, 98.500.000 δρχ. και 75.285.041 δρχ(1997). Από την γερμανική Ferrostaal τα ποσά ανέρχονται σε τουλάχιστον 2.960.225 ελβ. φράγκα και 7.300.547$, ενώ και από τις δύο εταιρείες δέχτηκε επιπλέον ωφελήματα που ανέρχονται σε τουλάχιστον11.582.000$ και 11.411.00$.


Ο Τσοχατζόπουλος, όμως, δεν δικάζεται για το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας, γιατί πολύ απλά οποιοδήποτε αδίκημα επί υπουργίας του έχει πλέον παραγραφεί. Η υπόθεση των υποβρυχίων έχει κλείσει και κανείς από τους εμπλεκόμενους στην Ελλάδα δεν αντιμετώπιζει σήμερα κατηγορίες για απιστία εις βάρος του δημοσίου ή παθητική δωροδοκία, αν και σε Γερμανία και Ρώσια έχουν υπάρξει στο πρόσφατο παρελθόν καταδικαστικές αποφάσεις για τα υψηλόβαθμα στελέχη των εταιρειών που προχώρησαν στην εξαγορά Ελλήνων αξιωματούχων.


Ο πρώην υπουργός δικάζεται για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από το έγκλημα της κατ’εξακολούθηση παθητικής δωροδοκίας, με επαρκείς ενδείξεις ότι υπήρξε ο πραγματικός ιδιοκτήτης τουλάχιστον τριών offshore εταιρειών, που εμπλέκονται κυρίως σε εικονικές και μη αγοραπωλησίες ακινήτων, με σκοπό να σβήσουν τα ίχνη του παράνομου χρήματος. Εκπρόσωποι και διαχειριστές των οffshore, καθώς και λοιπά εμπλεκόμενα μέρη στην υπόθεση είναι συγγενείς και συνεργάτες του Τσοχατζόπουλου, συγκατηγορούμενοι του σήμερα.


Σύμφωνα με το εισαγγελικό πόρισμα: «Δραστηριοποιήθηκαν με μεθοδικό τρόπο επί σειρά ετών και πέτυχαν να πραγματοποιηθούν πλήθος συναλλαγών για τη νομιμοποίηση των παράνομων εσόδων του πρώην υπουργού και να διακινηθούν, σε μια δαιδαλώδη διαδρομή, τεράστια χρηματικά ποσά μέσω ενός πολύπλοκου δικτύου εταιριών, τραπεζικών λογαριασμών, παρένθετων προσώπων και εξωχώριων εταιρειών, με σκοπό να συγκαλύψουν την αληθινή προέλευση της περιουσίας εν γνώσει τους ότι τα έσοδα αυτά προέρχονταν από εγκληματική δραστηριότητα, μεγάλο μέρος των οποίων τοποθετήθηκαν στην αγορά περιουσιακών στοιχείων, αλλά προδήλως αποβλέποντας και σε δικό τους οικονομικό όφελος».
Μυρτώ Αρετάκη
© 2010-2014 ThePressProject.gr

Το χρονικό της δίωξης
Το ακίνητο της Δ. Αρεοπαγίτου και τα πρώτα δημοσιεύματα


Ήδη από το 2004 ο πολυτελής γάμος και η πολυέξοδη ζωή του Α. Τσοχατζόπουλου είχαν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, καθώς οι νόμιμες αμοιβές του δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν τέτοια οικονομική άνεση. Στις εκλογές του 2007 ο Τσοχατζόπουλος δεν κατόρθωσε να εκλεγεί βουλευτής και το 2009 αρνήθηκε να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα. Η αγορά του ακινήτου στη Δ. Αρεοπαγίτου από τη συζύγό του, Βίκυ Σταμάτη, στις 16 Απριλίου του 2010 ήταν κάτι παραπάνω από επαρκής για να εγείρει τα πρώτα στοιχειοθετημένα ερωτηματικά.
Στις 30 Μαΐου 2010 η εφημερίδα Καθημερινή σε δημοσίευμα της αναφέρει: «Τρεις ημέρες πριν από την ψήφιση στη Βουλή του νόμου 3842/2010 «περί αποκατάστασης της φορολογικής Δικαιοσύνης και αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής», που ανάμεσα στα άλλα πενταπλασιάζει τη φορολογία ακινήτων που ανήκουν σε εξωχώριες (offshore) εταιρείες, η κατοικία του πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ Άκη Τσοχατζόπουλου μεταγράφεται από offshore εταιρεία στη σύζυγό του, Βίκυ Σταμάτη, για πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ.» Το δημοσίευμα παρουσίαζε ακόμη στοιχεία της διαδρομής της οικείας της Δ. Αρεοπαγίτου από την Torcasso το 1999 (εμπλεκόμενη offshore στην πώληση ακινήτων το 2007 στη Μονή Βατοπεδίου), στη Nobilis το 2001 και μετέπειτα στη Βίκυ Σταμάτη. Την ίδια μέρα δημοσιέυμα στο Πρώτο Θέμα θέτει μια σειρά ερωτήματα για την οικία της Αρεοπαγίτου, της οποία ο Τσοχατζόπουλος δήλωνε ενοικιαστής.

Με αφορμή τα δημοσιεύματα, η υπόθεση παραπέμπεται στην Επιτροπή Διαφάνειας του ΠΑΣΟΚ, το ΣΔΟΕ ασκεί σχετική έρευνα , ενώ προκαταρκτική εξέταση διατάσσει και η προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, Ελένη Ράικου. Στις 7 Ιουνίου η επιτροπή του κινήματος ζητά την αναστολή της κομματικής ιδιότητας του Τσοχατζόπουλου, «χωρίς, σύμφωνα με την απόφαση, αυτό να συναρτάται με τη νομική πλευρά της υπόθεσης και να προδικάζει την κατάληξη της δικαστικής διερεύνησης».

Η εμπλοκή στην υπόθεση Siemens

Τα στοιχεία που αφορούσαν την οικία της Αρεοπαγίτου όμως ήταν μόνο η αρχή. Τον Ιανουάριο του 2011 παραδόθηκε έπειτα από μήνες ερευνών το Πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής για την διερεύνηση του σκανδάλου της Siemens. Μεταξύ των ονομάτων των πολιτικών προσώπων, στα οποία αποδόθηκαν ευθύνες, ήταν και εκείνο του Α. Τσοχατζόπουλου.

Συγκεκριμένα ως Υπουργός Εθνικής Άμυνας το διάστημα 1996-9, ο Τσοχατζόπουλος εμπλέκεται με τις συμβάσεις για τα γερμανικά υποβρύχια, οι οποίες σύμφωνα με καταθέσεις πρώην συμβούλων της Siemens στην Εισαγγελία Μονάχου συνοδεύτηκαν από μίζες πολλών εκατομμυρίων ευρώ: «Εκείνη την εποχή έτρεχε ένα έργο με τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Δεν επρόκειτο για επίσημο προϊόν της SIEΜΕΝS, όμως η τοπική εταιρεία ήθελε παρ’ όλα αυτά να πάρει το έργο και ο Sikaczek το υποστήριζε. Για το κλείσιμο της σύμβασης ο στρατός ήθελε <φακελάκι>». (βλ. κατάθεση Sikaczek σε Εισαγγελία Μονάχου στις 8.10.2008 και απολογία Niedl στην Υπηρεσία Εγκληματολογικών Ερευνών του Μονάχου στις 23.11.2007), αναφέρεται στο πόρισμα (σελ. 496-7). Στο στόχαστρο της Επιτροπής τέθηκε όμως και το εξοπλιστικό πρόγραμμα ΕΡΜΗΣ, καθώς όπως σημειώνεται: «Στην κατάθεσή του στην Εξεταστική Επιτροπή ο τότε Υπουργός ανέφερε ότι από ένα στάδιο και μετά δεν παρακολούθησε τις πληρωμές του έργου ΕΡΜΗΣ (βλ. κατάθεση κ. Α. Τσοχατζόπουλου στις 01.09.2010 σελ. 260) και παραδέχθηκε με αυτόν τον τρόπο την πλημμελή άσκηση των καθηκόντων του.»

Το σκάνδαλο των υποβρυχίων και η διαγραφή από το ΠΑΣΟΚ

Τον Φεβρουάριο του 2011 δημοσίευμα του γερμανικού Der Spiegel, επικαλούμενο ανακριτικό υλικό της εισαγγελίας Μονάχου (που αφορούσε έρευνες εις βάρος 50 περίπου στελεχών της Ferrostaal, κατηγορούμενων, μεταξύ άλλων, για δωροδοκία Ελλήνων αξιωματούχων), έκανε λόγο για εξαγορά του πρώην υπουργού, αναφορικά με την συμφωνία πώλησης τεσσάρων υποβρυχίων των ναυπηγείων του Κιέλου HDW. Στη συμφωνία Ferrostaal - Τσοχατζόπουλου έκανε αναφορά και η εφημερίδα Real News ένα μήνα μετά.

Στις 31 Μαρτίου 2011, η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής αποφάσισε τον έλεγχο του πόθεν έσχες του πρώην υπουργού, καθώς θεωρήθηκε ερευνητέο το ποσό των καταθέσεών του ύψους 178 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ δέκα μέρες αργότερα διαγράφτηκε οριστικά από το ΠΑΣΟΚ. Μάλιστα το ίδιο κόμμα προχώρησε στην πρόταση σύστασης Προκαταρκτικής Επιτροπής για το σκάνδαλο των υποβρυχίων, με εγκαλούμενο τον Α. Τσοχατζόπουλο. «Το ατόπημα στο οποίο οδηγούν κάποιοι την ΚΟ του ΠΑΣΟΚ δεν τους τιμά. Με την περίεργη διαδικασία που επιλέγουν αποκαλύπτουν και στην περίπτωση αυτή, τη βαθιά κρίση πολιτικού προσανατολισμού του ΠΑΣΟΚ αυτή την περίοδο», δήλωνε τότε σε απάντηση ο πρώην υπουργός.

Τον Μάιο του 2011 δημοσιεύονται τα πρώτα στοιχεία που παραδόθηκαν στην παραπάνω Επιτροπή έπειτα από την έρευνα του ΣΔΟΕ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η τιμή αγοράς του ακινήτου της Διονυσίου Αρεοπαγίτου που αναγράφεται στα συμβόλαια, είναι μικρότερη από την αντικειμενική του αξία.

Η Βουλή αποφασίζει την παραπομπή Τσοχατζόπουλου στη δικαιοσύνη

Στις 6 Ιουνίου κατατίθεται το πόρισμα της Επιτροπής σχετικά με την υπόθεση αγοράς των γερμανικών υποβρυχίων στον Πρόεδρο της Βουλής. Σε αυτό προτείνεται η παραπομπή του πρώην υπουργού στο Ειδικό Δικαστήριο και η άσκηση δίωξης εναντίον του για το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας (την περίοδο από 1.11.1999 μέχρι 27.9.2007), ενώ προτείνεται ακόμη η παραπομπή του στην τακτική Δικαιοσύνη για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα . Την 1η Ιουλίου η Βουλή αποφάσισε με 216 «ναι» και 9 «όχι» την παραπομπή του για το πρώτο αδίκημα, και με 215 «ναι» και 9 «όχι» για το δεύτερο.

Δύο μήνες αργότερα, όμως, το πενταμελές Δικαστικό Συμβούλιο του Άρειου Πάγου, υιοθετώντας εισήγηση του αντεισαγγελέα του Α.Π., Ν. Μαύρου, και του αεροπαγίτη ανακριτή, Β. Λαμπρόπουλου, αποφασίζει την οριστική παύση της ποινικής δίωξης του Α. Τσοχατζόπουλου για το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας, καθώς έχουν παρέλθει από τη διάπραξή του, οι δύο κοινοβουλευτικές σύνοδοι της Βουλής, που απαιτούνται για την παραγραφή των αδικημάτων υπουργών. Αναφορικά με το αδίκημα της νομιμοποίησης του μαύρου χρήματος, το Συμβούλιο πρότεινε την παραπομπή του στην τακτική δικαιοσύνη.

Τον Οκτώβριο του 2011, ο Τσοχατζόπουλος κλήθηκε ενώπιον των εισαγγελέων με την ιδιότητα του υπόπτου, ενώ μετά την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης ο φάκελος διαβιβάστηκε στον ειδικό ανακριτή Μάλλη, ο οποίος σε συνεννόηση με την Εισαγγελία εξέδωσε τον επόμενο Απρίλιο ένταλμα σε βάρος του.

Στο διάστημα που μεσολάβησε και συγκεκριμένα στις 13 Ιανουαρίου 2012, ο Άκης Τσοχατζόπουλος καλείται και εμφανίζεται στον εισαγγελέα Μπρη ως ύποπτος για ανειλικρινή φορολογική δήλωση του 2010 (χρήση 2009). Στις 10 Απριλίου, ο Γαληνός Μπρης εισηγείται στο Συμβούλιο Εφετών την παραπομπή του στο Τριμελές Εφετείο για την πλημμεληματική κατηγορία της ανακριβούς δήλωσης «πόθεν έσχες», καθώς σε αυτή δεν περιλαμβάνεται το σπίτι στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου, ενώ κάποια παλαιότερα περιουσιακά στοιχεία του πρώην υπουργού δεν φαίνεται να δικαιολογούνται με βάση τα εισοδήματά του.

Η σύλληψη

Στις 11 Απριλίου εκδίδεται ένταλμα σύλληψης και ο Άκης Τσοχατζόπουλος συλλαμβάνεται με τις κατηγορίες της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.

Την ίδια ημέρα συλλαμβάνονται με τις ίδιες κατηγορίες ο Νικόλαος Ζήγρας, εξάδελφος του Τσοχατζόπουλου, η Ευφροσύνη Λαμπροπούλου, λογίστριά του, και ο Γεώργιος Σαχπατζίδης, επιχειρηματίας γνωστός για την εμπλοκή του στην υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου. Την επομένη παραδίδεται και ο τέταρτος για τον οποίο είχε εκδοθεί ένταλμα, ο Αστέριος Οικονομίδης, της κατασκευαστικής εταιρείας Arcon . Και οι τρεις συγκατηγορούμενοι του Τσοχατζόπουλου εμφανίζονται διαχειριστές των offshore, που διακινούσαν το μαύρο χρήμα του πρώην υπουργού. Σύμφωνα με το πόρισμα του εισαγγελέα: «ο Άκης Τσοχατζόπουλος και οι συνεργάτες του συνέστησαν εγκληματική οργάνωση και για την πραγμάτωση του σκοπού τους ίδρυσαν τρεις Off shore εταιρείες, τις BLUBELL, ΝΟΒΙLIS και TORCASO, μέσω των οποίων προέβησαν σε σειρά παράνομων πράξεων, μεταξύ άλλων και νομιμοποίηση παράνομων αμοιβών μέσω του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Σε αυτές τις εταιρίες ιδιοκτήτης φαινόταν να είναι ο Άκης Τσοχατζόπουλος».

Οι εισαγγελείς αναφερόμενοι στους λόγους, για τους οποίους έκριναν επιβεβλημένη την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης σημείωναν: «Η ανωτέρω υποδομή στην αλλοδαπή, μέρος της οποίας έχει αποκαλυφθεί, συνιστά κατά την άποψή μας παράλληλα και προσπαρασκευή για την διαφυγή των εμπλεκομένων στο εξωτερικό σε οποιοδήποτε χρόνο κρίνουν αναγκαίο. Η υποδομή αυτή είναι βέβαιο οτι εξακολουθεί να υφίσται δεδομένου οτι μέρος μόνο αυτής έχει εντοπιστεί και είναι μέχρι σήμερα άγνωστη η κατάληξη μεγαλων χρηματικών ποσών που περιήλθαν στην κατοχή των ανωτέρω προσώπων, η δε επί μακρόν ανάπτυξη της δράσης τους είναι λογικό να έχει δημιουργήσει υφιστάμενους μέχρι σήμερα σταθερούς δεσμούς εμπιστοσύνης με άλλα άγνωστα πρόσωπα που τους συνέδραμαν στην αλλοδαπή αποκομίζοντας τεράστια οφέλη. Τα ανωτέρο καθιστούν όλα τα εμπλεκόμενα πρόσωπα ύποπτα φυγής από το χρονικό σημείο κατα το οποίο θα διαπιστώσουν οτι τα συγκεντρωθέντα σε βάρος τους στοιχεία θα μπορούσαν να τους οδηγήσουν στην φυλακή».

Η προφυλάκιση

Στις 13 Απριλίου, η Προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών, Ελένη Ράικου, εξέδωσε εντολή για δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών του πρώην υπουργού και των υπόλοιπων τεσσάρων κατηγορουμένων, ενώ στις 16 Απριλίου, μετά από πολύωρη απολογία, ο Άκης Τσοχατζόπουλος με τη σύμφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα, κρίθηκε προφυλακιστέος. Την επομένη ο πρώην υπουργός οδηγείται στον Κορυδαλλό, όπως και οι Ζήγρας, Λαμπροπούλου, Σαχπατζίδης, ενώ ο Οικονομίδης είχε ήδη προφυλακιστεί τις προηγούμενες ημέρες.

Στις 25 Απριλίου ξεκινούν ενώπιον του ανακριτή οι απολογίες εμπλεκόμενων προσώπων στην υπόθεση. Τις επόμενες μέρες προφυλακιστέες κρίνονται η Αρετή Τσοχατζοπούλου, κόρη του Τσοχατζόπουλου, λόγω εμπλοκής της από κοινού με τον Οικονομίδη σε εικονική αγοραπωλησία ακινήτου στο Κολωνάκι, αλλά και η Βίκυ Σταμάτη.

Η απολογία Ζήγρα επιβεβαιώνει και δίνει νέα πρόσωπα

Στις 18 Ιουλίου η συμπληρωματική απολογία του προφυλακισμένου διαχειριστή των οικονομικών του πρώην υπουργού και εξαδέλφου του, Ν. Ζήγρα, θα προσθέσει σημαντικά νέα στοιχεία στη δικογραφία. Κατά την 9ωρη παραμονή του στο γραφείο του ανακριτή Γαβριήλ Μαλλή, ο Νικόλαος Ζήγρας φέρεται όχι μόνο να επιβεβαίωσε τα στοιχεία της ανάκρισης, αλλά και να έδωσε πολύ σημαντικές πληροφορίες για το ρόλο άλλων προσώπων στη διαδρομή νομιμοποίησης του μαύρου χρήματος, καθώς και να παραδέχθηκε ότι πράγματι διαχειριζόταν, μέσω off shore εταιρειών, χρήματα του Άκη Τσοχατζόπουλου, έως το 2004.

Στον ανακριτή ο Ζήγρας αναφέρθηκε στο όνομα του πρώην υπουργού Εσωτερικών της Κύπρου, Ντίνου Μιχαηλίδη, κάνοντας λόγο για ενεργό ρόλο του όχι μόνο στην οργάνωση της επιχείρησης για το «ξέπλυμα», αλλά και στη διακίνηση χρημάτων προερχομένων από «μίζες» που δόθηκαν για την επιλογή των ρωσικών όπλων TORM1.

Ως πρόσωπο με σημαντικές αρμοδιότητες στην όλη υπόθεση υπέδειξε ακόμη τον Γιάννη Σμπώκο, πρώην γενικό γραμματέα στη Διεύθυνση Εξοπλισμών και στενό συνεργάτη του Άκη Τσοχατζόπουλου. Ο Σμπώκος συνελήφθη στις 2 Οκτωβρίου και λίγες μέρες μετά κρίθηκε προφυλακιστέος, αρνούμενος τις κατηγορίες.

Η δίκη Τσοχατζόπουλου για ανακριβείς δηλώσεις «πόθεν έσχες»

Στις 4 Μαρτίου ο Άκης Τσοχατζόπουλος καλείται να λογοδοτήσει για το αδίκημα των ανακριβών δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, που αφορούν τα έτη 2006 έως 2009. Το κατηγορητήριο, το οποίο είχε συνταχθεί σε βάρος του, περιελάμβανε συγκεκριμένα στοιχεία που αφορούσαν στην παράλειψη δήλωσης το 2006 καταθέσεων, μετοχών και αξιόγραφων συνολικής αξίας περίπου 47.000€, το 2007 ποσών περίπου 33.000€ και το 2008 καταθέσεων 20.000€. Τέλος στη δήλωση του 2009 δεν είχε συμπεριληφθεί η αγορά του ακινήτου της Δ. Αρεοπαγίτου από τη σύζυγό του.

Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων αποφάσισε ποινή κάθειρξης οκτώ ετών χωρίς αναστολή, 520.000€ πρόστιμο, καθώς και δήμευση του ακινήτου της Δ. Αρεοπαγίτου. «Δυστυχώς σήμερα όχι μόνο δεν προωθήθηκε η δημοκρατία αλλά σκεπάστηκε, κουκουλώθηκε η αλήθεια και η πραγματικότητα. Αυτό οδηγεί σε νομική αστοχία. Πρόκειται για απαράδεκτη απόφαση κατά της οποίας θα προσφύγουμε», δήλωσε ο Τσοχατζόπουλος μετά την ανακοίνωση της απόφασης.

Η παραπομπή για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα

Στις 8 Μαρτίου με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, ο Άκης Τσοχατζόπουλος και άλλα 18 άτομα παραπέμπονται σε δίκη με την κατηγορία της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα, κατ’επάγγελμα και κατ’εξακολούθηση. Η δίκη ορίζεται για τις 22 Απριλίου. Κατηγορούμενοι είναι οι:

• Άκης Τσοχατζόπουλος
• Αστέριος Οικονομίδης, επιχειρηματίας στον χώρο των κατασκευών
• Ευφροσύνη Λαμπροπούλου, λογίστρια
• Νίκος Ζήγρας, επιχειρηματίας, εξάδελφος του πρώην υπουργού
• Γιώργος Σαχπατζίδης, επιχειρηματίας
• Αρετή Τσοχατζοπούλου, κόρη του βασικού κατηγορούμενου
• Βίκυ Σταμάτη, σύζυγος του βασικού κατηγορούμενου
• Γιάννης Σμπώκος, πρώην γενικός γραμματέας της Διεύθυνσης Εξοπλισμών
• Ταλίτα Μαρία Τσεκούρα, δικηγόρος
• Νίκος Γεωργουλάκης, εμφανιζόμενος ως ιδιοκτήτης υπεράκτιας εταιρείας
• Παναγιώτης Σταμάτης, αδελφός της συζύγου του πρώην υπουργού
• Παντελής Ζαχαριάδης, εμφανιζόμενος ως συνιδιοκτήτης υπεράκτιας εταιρείας
• Οράτιος Μελάς, εκπρόσωπος υπεράκτιας εταιρείας
• Κωνσταντίνος Αντωνιάδης, εκπρόσωπος υπεράκτιας εταιρείας
• Σπύρος Χατζηνικολάου, δικηγόρος και εκπρόσωπος υπεράκτιας εταιρείας
• Γκούντρουν Τσοχατζοπούλου, πρώην σύζυγος του Τσοχατζόπουλου
• Φώτης Αρβανίτης, επιχειρηματίας στον χώρο των κατασκευών και πρώην βουλευτής Φωκίδας με το ΠΑΣΟΚ
• Νίκος Καρατζάς, ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου ΙΑΝΟΣ
• Γιώργος Κωνσταντάτος, δικηγόρος

Αντίθετα δεν παραπέμπονται σε δίκη η Αικατερίνη Σταμάτη, θεία της συζύγου του πρώην υπουργού, και ο Ευτύχιος Ατσοπάρδης, εκπρόσωπος της εξωχώριας εταιρείας Bluebell. Με το βούλευμα κρίνεται, επίσης, ότι πρέπει να παύσει οριστικά η δίωξη του Άκη Τσοχατζόπουλου και της πρώην συζύγου του για την επιμέρους πράξη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, που αφορά το έτος 1997 και σχετίζεται με αγορά ακινήτου. Επίσης, παύει οριστικά η ποινική δίωξη για όλους τους κατηγορούμενους, που αφορά τη σύσταση εγκληματικής οργάνωσης.

Οι θέσεις του πρώην υπουργού
Ο Άκης Τσοχατζόπουλος από τα πρώτα δημοσιεύματα στον τύπο το 2010 μέχρι και σήμερα, που βρίσκεται πλέον προφυλακισμένος έναν ολόκληρο χρόνο, αρνείται κατηγορηματικά οποιαδήποτε εις βάρος του κατηγορία. Έχει απειλήσει και έχει πράγματι κινηθεί δικαστικά ενάντια σε ΜΜΕ, έχει προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας, ενώ την ημέρα που αναμενόταν το πόρισμα της Προανακριτικής για τα υποβρύχια (6 Ιούνη) στην τηλεοπτική εκπομπή Νέοι Φάκελοι , δήλωνε:

«Η περιουσιακή μου και οικονομική κατάσταση είναι με πλήρη διαφάνεια καταγραμμένη και αποτυπωμένη στους θεσμούς της πολιτείας μας. Επιπλέον, η δικαιοσύνη στην οποία θα προσφύγω, αποτελεί τη μεγαλύτερη ασφάλεια έναντι της πρωτοφανούς συντονισμένης επίθεσης που τις τελευταίες μέρες γίνεται εις βάρος μου, αλλά και όλων των μελών της οικογενείας μου, με αποκλειστικό σκοπό την πολιτική και ηθική εξόντωση. Δυστυχώς όμως όπως βλέπω τις τελευταίες μέρες και η φυσική εξόντωση είναι μέσα στα σχέδια των κέντρων και συμφερόντων που επεξεργάζονται αυτού του είδους τις συμπεριφορές. Το κλίμα της εποχής είναι όλα στο φως. Όλη η αλήθεια στο λαό όπως λέμε. Σε αυτό δεν μπορεί κανένας να διαφοροποιηθεί. Ιδιαίτερα αυτή την εποχή και αυτές τις μέρες όπως βλέπουμε γύρω μας. Βέβαια για να είμαι ειλικρινής, δεν είμαι βέβαιος κατά πόσο η Επιτροπή θα μπορέσει να ανταποκριθεί στο ρόλο της για την ανάδειξη της αλήθειας.»

Στις αρχές Μαρτίου του 2013 από την άλλη, σε γραπτή δήλωσή του μέσα από τις φυλακές δήλωνε:

«Δυστυχώς ούτε η Δικαιοσύνη ούτε και οι πλειοψηφίες των δύο κομμάτων ΠΑΣΟΚ - ΝΔ στη Βουλή, ήθελαν να μάθουν την αλήθεια και την πραγματικότητα. Αντίθετα θέλησαν να κουκουλώσουν την υπόθεση, τόσο στην Βουλή, όσο και στην Δικαιοσύνη, νομίζοντας πως έτσι θα κρύψουν την ντροπή τους για τις ευθύνες τους. Η αλήθεια και η πραγματικότητα είναι μία, ότι δεν έχει παραδοθεί ακόμη στο Π.Ν. η πλειοψηφία των Υ/Β στον κύριο του έργου και υπάρχουν τεράστιες ευθύνες για αυτό από τους πέντε Υπουργούς Εθνικής Αμύνης των κομμάτων τους τα τελευταία δέκα χρόνια».

O A. Τσοχατζόπουλος έχει αφήσει πολλές φορές αιχμές τόσο για την ΚΟ του ΠΑΣΟΚ, όσο και για την ελληνική δικαιοσύνη, καταγγέλλοντας «άνωθεν παρεμβάσεις». Δεν έχει σταματήσει να αιτείται την κλήση για εξέταση μελών του ΚΥΣΕΑ κατά τα έτη 1998-1999, καθώς και αξιωματούχων του υπουργείου Εθνικής Αμυνας της ίδιας περιόδου, αλλά και να καταγγέλλει την συνεχιζόμενη ισχύ της επίμαχης σύμβασης για τα υποβρύχια μέχρι και σήμερα. «Είχαν σκοπό να κατασκευάσουν έναν μόνο ένοχο, εμένα, τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας, που υπηρέτησα στη συγκεκριμένη θέση μέχρι το 2001, ενώ η κατασκευή των υποβρυχίων «214» διαρκεί μέχρι και σήμερα στη βάση της ίδιας ακριβώς σύμβασης.», δήλωνε μετά την σύλληψή του τον Απρίλιο του 2012.

Σε πρόσφατη συνέντευξη του στο Βήμα στις 21/4/2013, ο πρώην υπουργός σκιαγράφησε τις σκοπιμότητες και τα πολιτικά παιχνίδια, που υποστηρίζει πως κρύβονται πίσω από την δίωξή του, με τον ακόλουθο τρόπο:

«Από το 2005-2006 άρχισε να χάνεται η πολιτική. Ο κυβερνητισμός επικράτησε με συνέπεια οι δημιουργικές πολιτικές αντιπαραθέσεις να αντικαθίστανται με συγκρούσεις και με ρήξεις στο όνομα του ΠΑΣΟΚ. Ο διάδοχος του Κώστα Σημίτη, Γιώργος Παπανδρέου, άνοιξε από το 2007, σε συνεργασία με τους "παρατρεχάμενους κηπουρούς" του, την εσωκομματική αντιπαράθεση στο ΠΑΣΟΚ. Αυτοί όλοι ήρθαν άμεσα σε σύγκρουση και ρίξεις με τους εκφραστές του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου. Στη βάση αυτή αντιμετωπίστηκε ήδη από το 2010 η στοχοποίησή μου σε ένα κοινωνικό επίπεδο, με μια καταιγίδα διαρκείας, που συνεχίστηκε στο πλαίσιο του Κοινοβουλίου μέσα από τις εξεταστικές επιτροπές, τις Ολομέλειες και την προανακριτική επιτροπή για τα υποβρύχια. Συνεχίστηκε δε η προσπάθεια της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ για την πολιτική εξόντωσή μου χειραγωγώντας την πλειοψηφία των δύο μεγάλων κομμάτων, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, που κατέληξαν σε κοινό κατηγορητήριο χωρίς να υπάρχει ουσιαστικά νόμιμη κατηγορία για δωροδοκία και ξέπλυμα.

Το 2012, η αντιπαράθεση πέρασε και στη Δικαιοσύνη, με κορωνίδα την επίθεση εναντίον μου με την απαράδεκτη άσκηση δίωξης από τον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, έπειτα από είκοσι μήνες ακινησίας του φακέλου. Η δίωξη αυτή οδήγησε στην προφυλάκισή μου, όπως και της γυναίκας μου και της κόρης μου, καθώς και πολλών άλλων αθώων ανθρώπων μέσα σε μία εβδομάδα, βάζοντας την πολιτική σκοπιμότητα στην υπηρεσία της τότε πολιτικής ηγεσίας. Επομένως, "εξιλαστήριο θύμα" επιδιώκουν άλλοι να με καταστήσουν για την εξυπηρέτηση των σχεδίων τους».

Στοιχεία για τις υποθέσεις δωροδοκίας
Παρακάτω παρατίθενται πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο σύναψης των συμφωνιών που αφορούν τα γερμανικά υποβρύχια και τα ρωσικά οπλικά συστήματα TOR-M1, κατά τη διάρκεια της υπουργίας του Α. Τσοχατζόπουλου. Παρουσιάζονται στοιχεία που κάνουν σαφή την εμπλοκή του πρώην υπουργού στην υπόθεση παθητικής δωροδοκίας Ελλήνων αξιωματούχων, αν και αυτά είναι απλώς ενδεικτικά, καθώς δεν πρόκειται για πλήρη παρουσίαση των στοιχείων που περιλαμβάνονται στο εισαγγελικό πόρισμα. Να σημείωθει ακόμη ότι οι ίδιοι οι εισαγγελείς κάνουν σαφές ότι δεν έχει διαλευκανθεί πλήρως η υπόθεση της μεταφοράς μαύρου χρήματος, καθώς φαίνεται πως έχουν διοχετευτεί μεγάλα χρηματικά ποσά, τα οποία ακόμη δεν έχουν εντοπιστεί.

Αναφορικά με την υπόθεση των γερμανικών υποβρυχίων, ενδιαφέροντα στοιχεία περιλαμβάνει η δικογραφία της υπόθεσης παράνομων πληρωμών της Εισαγγελίας Μονάχου (που κάνει λόγο για παθητική δωροδοκία του Α. Τσοχατζόπουλου), ενώ σε χειρόγραφες σημειώσεις του πρώην υπουργού, που κατασχέθηκαν μετά την σύλληψη του, γίνεται αναφορά σε ονόματα και offshore, που επιβεβαιώνουν τον κεντρικό του ρόλο στην όλη επιχείρηση.

Οι συμβάσεις «Αρχιμήδης» και «Ποσειδών ΙΙ»
Όπως επισημαίνεται στο εισαγγελικό πόρισμα, στις 15/2/2000 υπογράφεται η υπ’αριθμόν 012Β/2000 σύμβαση του Πολεμικού Ναυτικού για την κατασκευή τριών νέων υποβρυχίων τύπου 214, με δικαίωμα ενός ακόμη option (3+1). Κύριος ανάδοχος ορίζεται η εταιρεία «Ελληνικά Ναυπηγεία Α.Ε.» (ΕΝΑΕ), ενώ υπογράφονται και δύο υποσυμβάσεις μεταξύ ΕΝΑΕ και της γερμανικής κοινοπραξίας Ferrostaal/HDW, που την ορίζουν ως υποκατασκευαστή, λόγω της τεχνογνωσίας και του εξοπλισμού που διέθετε.

Η κύρια σύμβαση, με το κωδικό όνομα ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ, υπεγράφη μεταξύ Ι. Σμπώκου (για λογαριασμό του δημοσίου) και Σ. Εμμανουήλ (για λογαριασμό της ΕΝΑΕ) και είχε συνολική αξία 1.385.277.117€. Οι δύο υποσυμβάσεις, που ανέθεταν στη γερμανική κοινοπραξία την κατασκευή των υποβρυχίων (1 στο Κίελο της Γερμανίας και 2+1 στα Ελληνικά Ναυπηγεία) υπεγράφησαν μεταξύ Σ. Εμμανουήλ(για την ΕΝΑΕ), D. Rathjens και W. Freitag (για την HDW), H. Haun και H. Muhlenbeck (για την Ferrostaal). Η αξία της πρώτης υποσύμβασης αγγίζει τα 366.710.322€ και η δεύτερη τα 771.990.807€.

Στις 31/5/2002 υπογράφεται η σύμβαση 021Β/2002 που αφορά τον εκσυγχρονισμό και την γενική επισκευή 3+1 υποβρυχίων τύπου 209, συνολικής αξίας 826.173.947€. Η σύμβαση ΠΟΣΕΙΔΩΝ ΙΙ υπογράφεται μεταξύ Σ. Τραύλου (ελληνικό δημόσιο) και Σ. Εμμανουήλ (ΕΝΑΕ). Στη λογική της παραπάνω σύμβασης, υπογράφεται υποσύμβαση μεταξύ ΕΝΑΕ και FS/HDW, και συγκεκριμένα μεταξύ Σ. Εμμανουήλ(για την ΕΝΑΕ), H. Haun και W. Freitag (για την HDW), F. G. Von Der Schulenburg και H. Muhlenbeck (για την Ferrostaal).

H εταιρεία Ferrostaal, υπεύθυνη για την αποκλειστική διάθεση των υποβρυχίων της κατασκευαστικής HDW, υπήρξε θυγατρική της MAN έως και το 2009. Κατά τη διάρκεια ερευνών της γερμανικής δικαιοσύνης, και συγκεκριμένα της Εισαγγελίας Μονάχου, για υπόθεση διαφθοράς της ΜΑΝ, προέκυψαν επιβαρυντικά στοιχεία για την θυγατρική της, Ferrostaal. Έχει μάλιστα ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι από το 2004 υπήρχαν στοιχεία για πιθανές παράνομες πληρωμές της Ferrostaal στον Εμμανουήλ, ενώ από το 2001 απασχολούσε τη διοίκηση της εταιρείας το υψηλό ποσοστό προμηθειών και οι τρόποι πληρωμής της MIE (MARINE AND INDUSTRIAL ENTERPRISES SA), αντιπρόσωπου στην Ελλάδα τόσο της Ferrostaal όσο και της μητρικής της HDW, Thyssen Krupp Marine Systems.

Οι H. Haun και H. Muhlenbeck οδηγούνται στην δικαιοσύνη το 2011 με την κατηγορία της δωροδοκίας αξιωματούχων χώρας-μέλους της Ε.Ε., και καταδικάζονται. Οι απολογίες τους δίνουν πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για την υπόθεση των υποβρυχίων και επιβεβαιώνουν τις υποθέσεις περί δωροδοκίας.

Οι H. Haun και H. Muhlenbeck πληροφορούνται για επικείμενη αγορά υποβρυχίων από την Ελλάδα ήδη από το 1996. Προσφορές υπήρξαν και από πολλές άλλες χώρες (με καλύτερη μάλιστα τιμή), άλλα όπως δήλωσε ο Haun στους ανακριτές: στην Ελλάδα δεν κλείνεις δουλειές χωρίς να είσαι «κοινωνικά και πολιτικά καλά δικτυωμένος». Για το λόγο αυτό και συστήνεται η ομάδα «προσευχής» ή «ομάδα Α», την οποία αποτελούν πρόσωπα με τις κατάλληλες διασυνδέσεις, μεταξύ αυτών οι H. G. Von Puckler, Ντερμιτζιάν, Φιλιππίδης, Μπέλτσιος, Αβατάγγελος. Η ομάδα θα προχωρήσει και σε έγγραφη συμφωνία με την κοινοπραξία, ενώ για τις πληρωμές ο Α. Αβατάγγελος θα ιδρύσει το Μάιο του 1997 την εταιρεία Dolmarton. Για να μην εκτεθεί μάλιστα η κοινοπραξία, χρησιμοποιείται ως ενδιάμεσος στις πληρωμές ο Μ. Ματαντός και η ΜΙΕ.

Το διάστημα 2000-2003, η ΜΙΕ του Ματαντού λαμβάνει από τη Ferrostaal 80.000.000€, τα περισσότερα από τα οποία δίνονται για την δωροδοκία υπαλλήλων και δημοσίων λειτουργών. Σε λίστα του Ματαντού, που συντάσσει ο ίδιος και παραδίδει στο διάδοχο του Haun στη Ferrostaal, αναφέρονται πληρωμές σε 2 φύσικα πρόσωπα και 7 offshore. Μία από αυτές τις offshore είναι και η Morelia των Μελά και Αντωνιάδη, σε λογαριαμό της οποίας και μεταβιβάζονται 890.225 ελβετικά φράγκα, ενώ 2.070.000 ελβετικά φράγκα μεταφέρονται σε λογαριασμό του γιου του Μελά, Κύρου. Με τα χρήματα αυτά αγοράζονται ακίνητα που καταλήγουν στον Άκη Τσοχατζόπουλο, ενώ Μελάς και Αντωνιάδης δεν έχουν καμιά επικοινωνία με ΜΙΕ και Ferrostaal.

Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν τα συμπεράσματα της εισαγγελικής έρευνας για δωροδοκία του Τσοχατζόπουλου, ενώ τα πρώην στελέχη της Ferrostaal κατονόμασαν τον Ι. Μπέλτσιο, ως πρόσωπο εμπιστοσύνης του πρώην υπουργού, το οποίο υπέδειξε ο ίδιος για να λειτουργήσει ως σύνδεσμος. Οι πληρωμές προς τον πρώην υπουργό είχαν ξεκινήσει πριν την υπογραφή της σύμβασης κάτι που επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι ο Ζήγρας (που βρίσκεται πίσω από τις κινήσεις Μελά/Αντωνιάδη) μετά τον Ιούνιο του 1997 διαχειριζόταν τεράστια χρηματικά ποσά (τουλάχιστον 8.200.000$), που μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα και χρησιμοποιήθηκαν για την απόκτηση των ακινήτων.

Το Πόρισμα του Συμβουλίου Εφετών περιλαμβάνει νέα στοιχεία για την υπόθεση, που καταδεικνύουν περαιτέρω διακίνηση μαύρου χρήματος, μεταξύ αυτών εμβάσματα συνολικής αξίας 6.700.000$ από λογαριασμό συνεργάτη του Ν. Ζήγρα στην τράπεζα Morgan Stanley της Ζυρίχης σε λογαριασμό της offshore Torcasso, από τον Νοέμβριο του 1999 μέχρι και το Μάρτιο του 2000.



Οι συμβάσεις για τα Οπλικά Συστήματα TOR M1
Στις 26/2/1999 υπογράφεται μεταξύ του Ι. Σμπώκου, νομίμως εξουσιοδοτηθέντος από τον τότε Υπουργό Εθνικής Άμυνας, Α. Τσοχατζόπουλο και του Mikhail Vorobiev, νομίμου εκπροσώπου της ρωσικής εταιρείας «Joint Stock Corporation Industrial Company 'Concern ΆΝΤΕΥ', σύμβαση για 21 αυτοκινούμενα ερπυστριοφόρα αντιαεροπορικά συστήματα μικρού βεληνεκούς τύπου TOR-ΜΙ, ρωσικής προέλευσης, καθώς και για ανταλλακτικά και υπηρεσίες, με δικαίωμα προαίρεσης για την επιπλέον προμήθεια ακόμη 29 συστημάτων και υπηρεσιών.

Η ανάθεση έγινε απευθείας στη ρωσική εταιρεία, ενώ επιτροπές ήδη από τον Οκτώβριο του 1997 με εισηγήσεις τους είχαν επισημάνει πως το οπλικό σύστημα TOR-M1 «δεν είχε τη δυνατότητα διαλειτουργικότητας και διασύνδεσης στο ενοποιημένο σύστημα αεράμυνας της χώρας», δεν πληρούσε τα απαιτούμενα βασικά τεχνικά και επιχειρησιακά χαρακτηριστικά και ως εκ τούτου δεν έπρεπε να αξιολογηθεί καθόλου. Στις 6/3/1998 είχε εγκριθεί μάλιστα η προμήθεια 21 καναδικών πυραυλικών συστημάτων τύπου ADATS, αλλά μέχρι τον Οκτώβριο παρέμενε ανοιχτή η διαδικασία υποβολής προσφορών και εκτίμησής τους από επιτροπές που είχε συστήσει ο Α. Τσοχατζόπουλος.

Η κύρια σύμβαση συνοδεύτηκε από συμφωνίες Αντισταθμιστικών Ωφελημάτων, που αφορούν παροχές που δεσμεύεται να παρέχει η προμηθεύτρια εταιρεία σε μια σύμβαση αμυντικής προμήθειας. Σε αυτή την περίπτωση ωστόσο ο διακανονισμός έγινε με δυσμενείς όρους για το ελληνικό δημόσιο, ενώ μέχρι σήμερα η προμηθεύτρια εταιρεία (ιδιοκτησίας της ρωσικής κυβέρνησης) δεν έχει τηρήσει όλες τις υποχρεώσεις της. Στην συμφωνία συμπεριελήφθη όρος για την προκαταβολή ύψους 40% της πιστωτικής αξίας των προγραμμάτων (χωρίς αυτά να έχουν υλοποιηθεί) από το ελληνικό δημόσιο, ενώ η ρωσική εταιρεία αρνήθηκε να καταθέσει αμετάκλητη εγγυητική επιστολή από τράπεζα με υποκατάστημα στην Ελλάδα (όπως απαιτείται ως εγγύηση). Η λύση που έγινε αποδεκτή από τα δύο μέρη ήταν εκείνη της κρατικής εγγύησης της ρωσικής κυβέρνησης, η οποία όμως δεν ήταν δεσμευτική και δεν διασφάλιζε τα συμφέροντα της ελληνικής πλευράς, σε περίπτωση μη καλής εκπλήρωσης της σύμβασης. Σύμφωνα μάλιστα με τα όσα κατέθεσε ο Ι. Σμπώκος στην Προανακριτική της Βουλής για τα TOR-M1, την απόφαση αυτή έλαβε ο Α. Τσοχατζόπουλος.

Οι εισαγγελείς στο πόρισμά τους επισημαίνουν πως τόσο η κύρια σύμβαση, όσο και εκείνη που αφορά τα αντισταθμιστικά οφέλη «δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν αν δεν καταβάλλονταν πρωτίστως στον πρώην υπουργό εθνικής άμυνας ως αντάλλαγμα σημαντικά χρηματικά ποσά». Και πράγματι τα στοιχεία δείχνουν να το επιβεβαιώνουν.

Στις 17/8/1998 συστήνεται με εντολή της Drumilan International Ltd. η θυγατρική Drumilan International (Hellas), η οποία και εγκρίνεται από τα δύο μέρη για τη διαχείριση των ΑΩ, χωρίς να πληροί τις απαραίτητες προϋποθέσεις. Στις 2/6/2000 συστήνεται και η Drumilan Offset Programme Ltd. στην Κύπρο, με διευθυντή τον Fouad Al Zayat, Πορτογάλο κάτοικο Κύπρου, ο οποίος εμφανίζεται ως πρόεδρος και της ελληνικής θυγατρικής από τις 30/6/2000. Στις 18/7/2000 ο Vorobiev και ο Al Zayat συμφωνούν να αναλάβει παρατύπως η Drumilan Offset Programme Ltd. την συμφωνία με το ΥΠΕΘΑ για τα προγράμματα ΑΩ. Μέσω αυτής φέρεται να διακινήθηκε το μαύρο χρήμα των TOR-M1, που κατέληξε σε λογαριασμό της offshore Bluebell στην Ελβετία, εταιρεία που οι δικαστικές αρχές συνδέουν με τον Άκη Τσοχατζόπουλο.

Στις 27/9/2000 κατατίθενται 21.081.667$ από την ρωσική ΑΝΤΕΥ σε λογαριασμό της Drumilan Offset Programme Ltd., από όπου στην συνέχεια εμβάζονται με εντολή του Al Zayat μεγάλα ποσά σε διάφορους λογαριασμούς. Τον Νοέμβριο του 2000 η ΑΝΤΕΥ καταθέτει ακόμη 4 εκατ.$ σε λογαριασμό στην Credit Agricole Indosueze, που φέρεται να ανήκει στον πορτογάλο επιχειρηματία. Ο Fouad Al Zayat με τη σειρά του χρεώνει προσωπικό λογαριασμό του με έξι επιταγές συνολικής αξίας 16.202.000 ελβετικά φράγκα, που προορίζονται για την offshore Bluebell. Ισάριθμες και ισόποσες επιταγές εκδίδονται για την P&A Investments. Και οι δύο οffshore φέρεται να είναι συμφερόντων του πρώην υπουργού.

Να σημειωθεί ότι στις 28/5/1998 συγκροτείται η πρώτη από τις επιτροπές εκτίμησης για τις προσφορές σχετικά με τα οπλικά συστήματα, ενώ στις 30/6/1998 έχει ξεκινήσει η διακίνηση των παράνομων πληρωμών. Ο Άκης Τσοχατζόπουλος αρχίζει να λαμβάνει χρήματα, και σε αυτή την περίπτωση, πριν την υπογραφή των συμφωνιών, ενώ το χρονικό διάστημα των πληρωμών συμπίπτει με την εκταμίευση ποσού για την αγορά ακινήτου στην Δεινοκράτους, που μεταβιβάστηκε στην κόρη του, Αρετή.

Το Πόρισμα του Συμβουλίου Εφετών περιλαμβάνει νέα στοιχεία για την υπόθεση, που καταδεικνύουν περαιτέρω διακίνηση μαύρου χρήματος και μάλιστα ήδη από το 1997, που ξεπερνά τα 150.000.000δρχ. Στο πόρισμα αυτό, γίνεται ακόμη λόγος και για καταθέσεις πολλών εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ, κατ’εντολή του Ν. Ζήγρα και για λογαριασμό του πρώην υπουργού, σε τραπεζικό λογαριασμό της Morelia στην ελβετική Credit Lyonnais από το 1999 έως και το 2005, ποσά που αποτελούσαν ωφελήματα τόσο από τη ρωσική ΑΝΤΕΥ όσο και από την γερμανική Ferrostaal.



Εγκληματική νομιμοποίηση εσόδων
Σύμφωνα με το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών: «Από αρχές του έτους 1998 και έως τον Απρίλιο του έτους 2010 τουλάχιστον, από κοινού με άλλους , (ο Άκης Τσοχατζόπουλος) συμμετείχε σε οργάνωση που είχε σκοπό τη διάπραξη νομιμοποίησης εσόδων, προερχόμενων από το έγκλημα της κατ΄εξακολούθηση παθητικής δωροδοκίας, τελεσθείσας σε βάρος του Δημοσίου...»

«Στα πλαίσια αυτής της οργάνωσης και για την πραγμάτωση του σκοπού της, μεταξύ άλλων, από κοινού με τους ανωτέρω συγκατηγορούμενούς του, συστήσανε τις εταιρίες BLUEBELL SA, NOBILIS, TORCASO, P&A INVESTMENTS S.A., NORRIS AE, μέσω των οποίων προβήκανε σε μια σειρά πράξεων νομιμοποίησης παράνομων εσόδων… Εκείνος (ο Ακης Τσοχατζόπουλος) και ο εκ των συγκατηγορούμενών του Νικόλαος Ζήγρας διηύθυναν την οργάνωση και κατένειμαν τους ρόλους ,ο Νικόλαος Ζήγρας ήταν ο δικαιούχος των άνω εταιριών, στις οποίες διοχετεύονταν τα χρήματα της δωροδοκίας και ο ίδιος (Α.Κ.) πραγματικός ιδιοκτήτης...»

Σε άλλο σημείο του βουλεύματος επισημαίνεται: «…(Ο Ακης Τσοχατζόπουλος) ειδικότερα τέλεσε τις ως άνω πράξεις βάσει σχεδίου αλλά συμμετέχοντας σε οργάνωση δια της οποίας αποκρύφθηκαν και τοποθετήθηκαν σημαντικότατου ύψους παράνομα έσοδα, μέσω ενός καλοστημένου και πολύπλοκου δικτύου εγχώριων και εξωχώριων (offshore) εταιριών και της χρησιμοποίησης πλήθους τραπεζικών λογαριασμών για την εξαφάνιση των ιχνών των επιληψήμως (από το προαναφερθέν βασικό έγκλημα της παθητικής δωροδοκίας) χρημάτων, μέσα από δαιδαλώδεις διαδρομές, έχοντας διαμορφώσει οργανωμένη ετοιμότητα τέλεσης του εγκλήματος της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.»

Αναφορικά με την υπόθεση της νομιμοποίησης μαύρου χρήματος του πρώην υπουργού, το βούλευμα περιγράφει 29 συνολικά πράξεις, τις οποίες τέλεσε από κοινού με συνεργάτες και συγγενικά του πρόσωπα, με σκοπό την απόκρυψη και τη νομιμοποίηση των παράνομων πληρωμών του. Το μαύρο χρήμα διοχετεύτηκε σε αγοροπωλησίες ακινήτων, κατασκευαστικές εργασίες, επενδύσεις, ενώ μεγάλα χρηματικά ποσά κυκλοφόρησαν στο χρηματοπιστωτικό τομέα και από εκεί στην αφάνεια.

Πιο συγκεκριμένα οι μίζες της Ferrostaal κατατέθηκαν από τη ΜΙΕ του Ματαντού σε λογαριασμούς της Morelia των Μελά/Αντωνιάδη και του υιού Μελά, από όπου ο Ζήγρας μεταφέρει μεγάλο μέρος τους στην offshore Torcaso. Οι πληρωμές της ΑΝΤΕΥ προς τον πρώην υπουργού πραγματοποιούνται δια μέσω του Fouad Al Zayat στις offshore P&A Investments και Bluebell, ενώ το ίδιο διάστημα (1999-2005) κατατίθενται εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ (μίζες από τις FS και ANTEY) σε λογαριασμό της Morelia στην Credit Lyonnais, τα οποία στην συνέχεια παραδίδονται σε μετρητά στον Ζήγρα.

Το 1998 η Bluebell αγόραζει το ακίνητο της Δεινοκράτους, ενώ το 1999 η Torcaso αγοράζει το ακίνητο της Δ. Αεροπαγίτου, καθώς και 2 αίθουσες 1000τ.μ. και 964τ.μ. αντίστοιχα, μαζί με 22 θέσεις πάρκινγκ, επί της Λ. Κηφισίας, από την κατασκευαστική του Μπάμπη Βωβού. Στην συνέχεια η «ΜΠΑΜΠΗΣ ΒΩΒΟΣ Α.Ε.» θα προχωρήσει στη μίσθωση των ακινήτων της Λ. Κηφισίας, με τα μισθώματα να κατατίθενται όμως σε λογαριασμό στο όνομα των Μελά και Αντωνιάδη.

Η Τorcaso προχωρά ακόμη το 2000 στην αγορά ακινήτου στην Κυψέλη (Κομνά Τράκα και Κεφαλληνίας), ενώ το 2004 η Torcaso με εικονικά συμβόλαια μεταβιβάζει στον Ν. Ζήγρα άλλο ακίνητο επί της Κομνά Τράκα αρ. 3 . Το 2005 θα ακολουθήσει εικονική μεταβίβαση του ακινήτου της Δεινοκράτους από την Bluebell στον Α. Οικονομίδη, Πρόεδρο και Διευθύνων Σύμβουλο της κατασκευαστικής ARCON.

Το 2007 μεταβιβάζονται από την Torcaso στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου τα 3 ακίνητα επί της Λ. Κηφισίας, καθώς και το ακίνητο της Κομνά Τράκα και Κεφαλληνίας, στο οποίο μάλιστα επί ιδιοκτησίας της παραπάνω offshore, ανεγέρθη από την ARCON πολυώροφο κτήριο (για τουλάχιστον 2.396.190€). Ιδιοκτήτης της πωλήτριας Torcaso εμφανίζεται ο Γιώργος Σαχπατζίδης, ο οποίος και καταθέτει τα τιμήματα σε προσωπικούς λογαριασμούς του στην Τράπεζα Πειραιώς και από εκεί στην αφάνεια.

Το ακίνητο της Δ. Αρεοπαγίτου μεταβιβάζεται το 2001 από την Torcaso στην offshore Nobilis (με διαχειρίστρια την Ταλίτα-Μαρία Τσεκούρα), από την οποία ο πρώην υπουργός φέρεται να ενοικιάζει την οικία έως το 2010, οπότε και μεταβιβάζεται στη Β. Σταμάτη. Σύμφωνα με το εισαγγελικό πόρισμα, ενώ το ακίνητο έχει περάσει στην ιδιοκτησία της Nobilis, η Torcaso είναι η εταιρεία που κάνει αίτηση για ανακαίνιση.


Κατά τις εργασίες ανακαίνισης (από την ARCON), ο Α. Τσοχατζόπουλος δεν δρα ως ενοικιαστής, αλλά ως ιδιοκτήτης, ενώ στις εργασίες εμπλέκεται και ο αδερφός της Β. Σταμάτη, Παναγιώτης, που χρησιμοποιεί το επίθετο της πρώην γυναίκας του (Π. Παπαλιάκος) για να μην κινήσεις υποψίες.

Σύμφωνα με το εισαγγελικό πόρισμα, ο Α. Τσοχατζόπουλος όχι μόνο ήταν ιδιοκτήτης του ακινήτου ήδη από το 1999, αλλά και ξόδεψε πολλές χιλιάδες ευρώ για την ανακαίνισή του (709.872,5€, αντί των δηλωμένων 149.872,5€, με το ποσό στο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών να ανέρχεται σε τουλάχιστον 1.312.112€). Ο πρώην υπουργός συνέργησε μάλιστα και σε φοροκλοπή, γεγονός που αποδεικνύει «την αντίληψη των εμπλεκομένων προσώπων σχετικά με την τήρηση των νόμων του κράτους ακόμη και προκειμένου για σχετικά μικρό όφελος». Όπως αναφέρει το πόρισμα: «Μεταξύ των κατασχεθέντων εγγράφων(του Α. Τσοχατζόπουλου) υπάρχει και χειρόγραφο, με τίτλο "οικονομική ανάλυση διαχείρισης προσφορών και λογαριασμών" όπου σημειώνεται το "κέρδος" από την αποφυγή πληρωμής ποσού 76.000 ευρώ το οποίο συνιστά μέρος του συνολικού ποσού ΦΠΑ που οφειλόταν για εργασίες αξίας 560.000 ευρώ».

Επιπλέον, το 2002 η Γκούντρουν Μολντενχάουερ (Τσοχατζοπούλου) δέχεται από τον πρώην υπουργό 500.000€, ενώ το 2003 η Α. Τσοχατζοπούλου και ο Φώτιος Αρβανίτης εμπλέκονται με την αγορά οικοπέδου στη θέση Λεβίδη και ακινήτου επί της Κεφαλληνίας στον αρ. 38. Ενδιαφέρον έχει ότι τα χρήματα για την αγορά των ακινήτων, που πραγματοποιείται για λογαριασμό της Αρετής από τον Αρβανίτη, μεταφέρονται από το Ζήγρα σε λογαριασμό της Δ. Αντωνιάδη, από όπου ο Αντωνιάδης τα παραλαμβάνει και τα δίνει στον Αρβανίτη.

Το βούλευμα περιλαμβάνει στοιχεία και για την εταιρεία «GDS ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΑΚΙΝΗΤΩΝ» του Γ. Σαχπατζίδη, η οποία προχώρησε το 2007 στην αγορά ποσοστών εξ αδιαιρέτου από οικόπεδο μαζί με πολυώροφη οικοδομή στη Θεσσαλονίκη (18,039% και 17,74%) και το 2008 στην αγορά διαμερίσματος και πάλι στη Θεσσαλονίκη.

Ακόμη περιλαμβάνονται στοιχεία για 18 εμβάσματα, από διάφορες τράπεζες του εξωτερικού και διαφορετικά νομικά πρόσωπα, σε τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας “S.D.G. S.r.I”, συμφερόντων του Σαχπατζίδη, στην τράπεζα “BIVERBANKA”, που συνδέονται με την δωροδοκία του πρώην υπουργού από τη Ferrostaal και ξεπερνούν συνολικά τα 3,5 εκατ.€. Στον ίδιο λογαριασμό, δύο εμβάσματα στέλνει τον επόμενο χρόνο (2008) και η Γκούντρουν Τσοχατζοπούλου, με σκοπό να συγκαλυφθεί η πραγματική προέλευση των χρημάτων αυτών.

Η Βίκυ Σταμάτη, πέρα από την επλοκή της με το ακίνητο της Αρεοπαγίτου, φέρεται να δέχτηκε στο διάστημα 2000-2001 εμβάσματα συνολικού ύψους 120.000 ελβ. φράγκων από τον Ν. Ζήγρα, σε λογαριασμό της στην ελβετική UBS, ενώ ο Ι. Σμπώκος, εμπλεκόμενος στην υπόθεση της δωροδοκίας, φέρεται να δέχτηκε το 2000 από τον πρώην υπουργό το ποσό του 1 εκατομμυρίου € με σκοπό την απόκρυψη της αληθούς προέλευσής του και το διάστημα 1998-2010 ακόμη 40 εκατ. € για την διαχείριση και επένδυσή τους.

Η τελευταία πράξη που περιγράφεται στο βούλευμα αφορά, εκτός των Τσοχατζόπουλο και Ζήγρα, τον Νίκο Καρατζά , κάτοχο του 85% των μετοχών, προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της «ΙΑΝΟΣ ΑΕ», ο οποίος φέρεται να δέχτηκε προς διαχείριση το συνολικό ποσό του 1,5 εκατ.€ για 18.077 μετοχές της εταιρίας. Η αγορά έγινε μέσω της εταιρείας Norris ΑΕ για να συγκαλυφθεί η εμπλοκή, αν και ο Ν. Καρατζάς γνώριζε πως πραγματικός ιδιοκτήτης της παραπάνω εταιρείας ήταν ο Α. Τσοχατζόπουλος και διαχειριστής της ο Ν. Ζήγρας.

Οι κατηγορούμενοι


Άκης Τσοχατζόπουλος
Κρίθηκε: Ένοχος
Ποινή: 20 χρόνια

Ο πρώην υπουργός δικάζεται για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από το έγκλημα της κατ’εξακολούθηση παθητικής δωροδοκίας, με επαρκείς ενδείξεις ότι υπήρξε ο πραγματικός ιδιοκτήτης τουλάχιστον τριών offshore εταιρειών, που εμπλέκονται κυρίως σε εικονικές και μη αγοραπωλησίες ακινήτων, με σκοπό να σβήσουν τα ίχνη του παράνομου χρήματος. Εκπρόσωποι και διαχειριστές των οffshore, καθώς και λοιπά εμπλεκόμενα μέρη στην υπόθεση είναι συγγενείς και συνεργάτες του Τσοχατζόπουλου, συγκατηγορούμενοι του σήμερα.


Νικόλαος Ζήγρας
Κρίθηκε: Ένοχος (ελαφρυντικό ειλικρινούς μεταμέλειας)
Ποινή: 6 χρόνια με αναστολή

Εξάδελφος του Α. Τσοχατζόπουλου και στενός συνεργάτης του. Εκ των προφυλακισμένων κατηγορούμεων. Στην συμπληρωματική απολογία του επιβεβαίωσε τα στοιχεία του πορίσματος, αναδεικνύοντας τον κεντρικό ρόλο του Ντ. Μιχαηλίδη(πρώην υπουργού Εσωτερικών της Κύπρου) και του Ι. Σμπώκου στην διακίνηση μαύρου χρήματος. Σύμφωνα με το βούλευμα, ο Ν. Ζήγρας, από κοινού με τον Α. Τσοχατζόπουλο, διηύθυνε την οργάνωση, ενώ υπήρξε ο διαχειριστής των πέντε offshore: Bluebell SA, Nobilis, Torcaso, P&A Investments S.A. και Norris AE (των οποίων πραγματικός ιδιοκτήτης ήταν ο πρώην υπουργός).

Στο εισαγγελικό πόρισμα του αποδίδονται 15 εγκληματικές δραστηριότητες, ενώ ως δεξί χέρι του πρώην υπουργού γνώριζε όλες τις ενέργείες του, καθώς και όλα τα εμπλεκόμενα στην υπόθεση πρόσωπα.



Ευφροσύνη Λαμπροπούλου
Κρίθηκε: Ένοχη
Ποινή: 13 χρόνια

Λογίστρια του πρώην υπουργού και της οργάνωσης, επίσης προφυλακισμένη. Φορολογική εκπρόσωπος τουλάχιστον των offshore Torcaso, Nobilis και Bluebell, εκπρόσωπος της Torcaso από 3/5/2000 έως 30/4/2007 και της Bluebell από την έναρξή της το Νοέμβριο του 1998 έως και τη λήξη των εργασιών της στις 2/6/2005.

«Είναι πρόσωπο που γνωρίζει όλα τα μυστικά και τα μαγειρέματα του πρώην υπουργού» κατέθεσε ο Ν. Ζήγρας, υποστηρίζοντας παράλληλα πως η Ε. Λαμπροπούλου ήταν εκείνη που μαζί με τον πρώην υπουργό βρήκαν ένα πρόσωπο στο εξωτερικό, προκειμένου να το χρήσουν ιδιοκτήτη της offshore Nobilis, ώστε να πραγματοποιηθεί η αγορά του ακίνητου στη Δ. Αρεοπαγίτου.

Αστέριος Οικονομίδης
Κρίθηκε: Ένοχος
Ποινή: 12 χρόνια με αναστολή, με τους περιοριστικούς όρους της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, της χρηματικής εγγύησης και της εμφάνισης στο αστυνομικό τμήμα

Πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της κατασκευαστικής ARCON, ο πρώτος εκ των 19 κατηγορουμένων που προφυλακίστηκε. H εταιρεία του προχώρησε στην κατασκευή πολυώροφου κτηρίου επί της οδού Κεφαλληνίας και Κομνά Τράκα για λογαριασμό της Torcaso (ύψους τουλάχιστον 2.396.190€), ενώ για λογαριασμό της Nobilis πραγματοποίησε εργασίες ανακαίνισης στο ακίνητο της Δ. Αρεοπαγίτου (ύψους τουλ. 1.312.112€). Και στις δύο περιπτώσεις σημειώθηκε φοροκλοπή, τα υπάρχοντα παραστατικά και τα συμφωνητικά αφορούσαν πολύ μικρότερα ποσά από τα πραγματικά, και οι πληρωμές έγιναν με μετρητά, σε μια προσπάθεια να διακινηθεί και να νομιμοποιηθεί το μαύρο χρήμα από τις μίζες. Επιπλεόν, το 2005 ο Α. Οικονομίδης σύναψε εικονικό συμβόλαιο αγοράς διαμερίσματος επί της Δεινοκράτους με την ιδιοκτήτρια offshore, Bluebell.

«Εγώ έφερα σε επαφή τον Οικονομίδη με τον Τσοχατζόπουλο …έκτοτε έγιναν επιστήθιοι φίλοι» ανέφερε ο Ν. Ζήγρας στην απολογία του, για να συμπληρώσει: «Οι πληρωμές του Α. Οικονομίδη γίνονταν στο γραφείο του πρώην υπουργού, πάντα σε μετρητά.»


Βίκυ Σταμάτη
Κρίθηκε: Ένοχη
Ποινή: 12 χρόνια

Σύζυγος του πρώην υπουργού, επίσης προφυλακισμένη. Η Β. Σταμάτη φέρεται να αποδέχθηκε μαύρο χρήμα, μέρος του οποίου διοχετεύτηκε στην αγορά της οικίας στη Δ. Αρεοπαγίτου. Χρήματα επίσης φέρεται να διοχετευτήκαν και στον πολυτελή βίο που διήγαγε η οικογένεια Τσοχατζόπουλου, ενώ η Σταμάτη δέχτηκε το διάστημα 2000-1 εμβάσματα συνολικής αξίας 120.000 ελβ. φράγκων από το Ν. Ζήγρα σε λογαριασμό της στην ελβετική UBS.


Αρετή Τσοχατζοπούλου
Κρίθηκε: Ένοχη
Ποινή: 12 χρόνια

Κόρη του πρώην υπουργού, προφυλακισμένη. Η Α. Τσοχατζοπούλου εμπλέκεται στην αγορά ακινήτου επί της Δεινοκράτους με εικονικό συμβόλαιο από τον Α. Οικονομίδη της ARCON, ενώ για λογαριασμό της αγοράστηκε οικόπεδο στη θέση Λεβίδη και ακινήτο επί της Κεφαλληνίας στον αρ. 38 από τον Φ. Αρβανίτη, με λεφτά που του παρέδωσε ο Ν. Ζήγρας και συνιστούσαν προϊόν παθητικής δωροδοκίας.
Γεώργιος Σαχπατζίδης
Κρίθηκε: Ένοχος
Ποινή: 13 χρόνια

Επιχειρηματίας που εμπλέκεται με την πώληση ακίνητων στην Ι.Μ. Βατοπεδίου το 2007, προφυλακισμένος για συμμετοχή στις διαδικασίες νομιμοποιήσης μαύρου χρήματος του πρώην υπουργού. Εμφανίζεται ως δήθεν αληθινός ιδιοκτήτης της offshore Torcaso από το 2006. Ήταν εκείνος που έλαβε τα τίμηματα από την πώληση των ακινήτων επί της Λ. Κηφισίας αρ.7 και επί της Κομνά Τράκα και Κεφαλληνίας, τα οποία και κατέθεσε σε προσωπικούς του λογαριασμούς στην Τράπεζα Πειραιώς και από εκεί στην αφάνεια. Το 2007 και 2008 με την εταιρεία του «GDS ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΑΚΙΝΗΤΩΝ» προχώρησε στην αγορά διαμερίσματος και ποσοστών εξ’αδιαιρέτου από οικοπέδο μαζί με πολυώροφη οικοδομή στη Θεσσαλονίκη.


Ιωάννης Σμπώκος
Κρίθηκε: Ένοχος
Ποινή: 16 χρόνια

Πρώην Γενικός Διευθυντής Εξοπλισμών κατά τη διάρκεια της θητείας του Α. Τσοχατζόπουλου στο ΥΠΕΘΑ. Πέρα από την εμπλοκή του στη σύναψη της σύμβασης «ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ» με τη Ferrostaal και εκείνης για τα ρωσικά TOR-M1 με την ΑΝΤΕΥ, ο Ι. Σμπώκος φέρεται να δέχτηκε το 2000 από τον πρώην υπουργό το ποσό του 1.000.000€ με σκοπό την απόκρυψη της αληθούς προέλευσής του και το διάστημα 1998-2010 το ποσό των 40 εκατ. € για την διαχείριση και επένδυσή τους. Η σημερινή εκτιμώμενη απόδοση αυτού του ποσού αγγίζει τα 80.000.000€

«Ο Άκης μου έλεγε ότι τα πολλά λεφτά τα έχει ο Σμπώκος» είχε αναφέρει στην απολογία του ο εξάδελφος του πρώην υπουργού, Ν. Ζήγρας. Στις χειρόγραφες σημειώσεις του Τσοχατζόπουλου αποκαλύπτονται οι συνεχείς εκκλήσεις του στον Σμπώκο για επιστροφή των χρημάτων. Ακόμη σε αυτές ο πρώην υπουργός αναφέρεται στον Γιώργο Παπανδρέου, επισημαίνοντας πως ο Σμπώκος είχε καθαρίσει δικά του χρήματα: «Μετά από εβδομάδες και μήνες κοροϊδίας που έψαχνες για διάφορες λύσεις μεταφοράς, δεν μου έστειλες τίποτα. Και εγώ όμως έχω μάθει ότι εσύ καθάρισες με τον ΓΑΠ».


Γκούντρουν Μολντενχάουερ (Τσοχατζοπούλου)
Κρίθηκε: Ένοχη
Ποινή: 6 χρόνια με αναστολή

Πρώην σύζυγος του Α. Τσοχατζόπουλου και μητέρα της Αρετής, η οποία μετά την απολογία της στον ανακριτή αφέθηκε ελεύθερη. Η Γ. Τσοχατζοπούλου εμπλέκεται στην υπόθεση λόγω δύο εμβασμάτων της προς την “S.D.G. S.r.I” του Σαχπατζίδη, αλλά και 500.000€ που έλαβε το 2002 από τον πρώην υπουργό. Για τα εμβάσματα, ο Γ. Σαχπατζίδης είχε απαντήσει στις ανακριτικές αρχές ότι αφορούσαν στην εξόφληση παραγγελίας επίπλων που είχε κάνει η Γ. Μολντενχάουερ από την Ιταλία. Αναφορικά με τα 500.000€, ο Ν. Ζήγρας φέρεται να δήλωσε πως δόθηκαν στην Γκούντρουν για να δεχτεί να δώσει διαζύγιο στον πρώην υπουργό. Με το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών παύει οριστικά η ποινική δίωξη εις βάρος εκείνης και του Άκη Τσοχατζόπουλου, για την πράξη του ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος, μέσω της αγοράς ακινήτου στο Π. Ψυχικό το έτος 1997.

Παναγιώτης Σταμάτης
Κρίθηκε: Ένοχος
Ποινή: 6 χρόνια με αναστολή

Αδερφός της Β. Σταμάτη, ο οποίος έπειτα από την απολογία του αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους. Εμπλέκεται στις εργασίες ανακαίνισης της ARCON στην οικία της Αεροπαγίτου, ενώ τουλάχιστον μία φορά εμφανίζεται ως εκπρόσωπος της Nobilis. Σε διάφορα σχετικά έγγραφα (αποδεικτικά πληρωμών, αλληλογραφία με εργολάβους)εμφανίζεται ως Παναγιώτης Παπαλιάκος, χρησιμοποιεί δηλαδή το επίθετο της πρώην συζύγου του, για να αποκρύψει την σχέση του με τη Β. Σταμάτη.

Παντελής Ζαχαριάδης
Κρίθηκε: Αθώος

Κουμπάρος του Ν. Ζήγρα, ο οποίος μετά την απολογία του αφέθηκε ελεύθερος. Φέρεται ως νόμιμος εκπρόσωπος της Torcaso το διάστημα μεταξύ Νοεμβρίου 1999 και Μαΐου 2000, οπότε και αγοράστηκαν τα ακίνητα επί της Λ. Κηφιασίας αρ.7. Στην απολογία του ανέφερε ότι ορίστηκε εκπρόσωπος της Torcaso γιατί τον παρακάλεσε ο Ν. Ζήγρας λόγω της μακροχρόνιας σχέσης τους, ενώ ισχυρίστηκε οτί δεν γνώριζε πως εμπλεκόταν σε παράνομες συναλλαγές.

Νικόλαος Γεωργουλάκης
Κρίθηκε: Ένοχος
Ποινή: 10 χρόνια με αναστολή

Ελληνοαμερικάνος οδοντίατρος, ο οποίος μετά την απολογία του αφέθηκε ελεύθερος. Εμφανίζεται ως δήθεν ιδιοκτήτης της offshore Νobilis από το 2004 έως το 2010. Εμπλέκεται στην αγοραπωλησία της οικίας στη Δ. Αρεοπαγίτου, με έγγραφη επιβεβαίωση των σχετικών εντολών, που του διαβίβαζε η εκπρόσωπος της εταιρείας στην Ελλάδα, Ταλίτα-Μαρία Τσεκούρα. Κατ’εντολή του ανοίχτηκε λογαριασμός στην Eurobank με συνδικαιούχους τη μητέρα του, Θεανώ Λαμπροπούλου, και τη λογίστρια των offshore, Ευφροσύνη Λαμπροπούλου. Ο παραπάνω λογαριασμός χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά για τη διακίνηση χρηματικών ποσών, από τη διαχείριση της άνω εταιρείας, την οποία είχε αποκλειστικά αναλάβει η Ε. Λαμπροπούλου.

Ταλίτα-Μαρία Τσεκούρα
Κρίθηκε: Ένοχη
Ποινή: 10 χρόνια με αναστολή

Δικηγόρος. Φέρεται ως νόμιμη εκπρόσωπος και διαχειρίστρια της offshore Nobilis. Εμπλέκεται στην αγοραπωλησία του ακινήτου της Δ. Αρεοπαγίτου. Η Τ.Μ. Τσεκούρα είχε δηλώσει στο Βήμα: «Iδιοκτήτης της Νobilis ήταν αρχικά ένας ομογενής από την Αφρική- πιθανότατα από το Καμερούν-, ο οποίος μεταβίβασε το 2004 τις μετοχές της σε έναν Ελληνοαμερικανό (Ν. Γεωργουλάκης). Αμφότεροι ήταν πελάτες του γραφείου μας.Ο αρχικός δημιουργός της Νobilis επέλεξε να συστήσει την εταιρεία στο Σεγιέν του Γουαϊόμινγκ διότι εκεί έχει ευνοϊκούς οικονομικούς όρους στη λειτουργία τέτοιου τύπου επενδυτικών εταιρειών.» Η Τ.Μ. Τσεκούρα φέρεται ως το άτομο που συνέτασε τις εντολές αγοραπωλησίας για λογαριασμό της Nobilis, τις οποίες στην συνέχεια ο Γεωργουλάκης μόνο υπέγραφε.

Σπύρος Χατζηνικολάου
Κρίθηκε: Αθώος

Κύπριος δικηγόρος, μέλος του Δ.Σ., διευθυντής και εκπρόσωπος της offshore Torcaso, ο οποίος αφέθηκε μετά την απολογία του ελεύθερος. Εμπλέκεται στις αγοραπωλήσιες των ακινήτων για λογαριαμό της άνω εταιρείας (Δ. Αρεοπαγίτου, Λ. Κηφισίας 7, Κόμνα Τράκας και Κεφαλληνίας) και στην τοποθέτηση, μέσω του Γ. Σαχπατζίδη, 6.000.000€ στο χρηματοπιστωτικό τομέα.

Ο Σ. Χατζηνικολάου αρνήθηκε την οποιαδήποτε ανάμειξή του στην υπόθεση, δηλώνοντας πως γνώρισε το Ν. Ζήγρα το 1999. Ο εξάδελφος του πρώην υπουργού του παρουσιάστηκε ως έμπορος ξυλείας και του έδωσε την εντολή για την σύσταση της Nobilis (για λογαριασμό του). Ο Σ. Χατζηνικολάου ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε πως πραγματικός ιδιοκτήτης της ήταν ο Α. Τσοχατζόπουλος, ενώ υποστήριξε πως από το 2005 διαχειριστής της Torcaso ήταν ο Γ. Σαχπατζίδης.

Γεώργιος Κωνσταντάτος
Κρίθηκε: Ένοχος
Ποινή: 10 χρόνια με αναστολή

Δικηγόρος, ο οποίος μετά την απολογία του αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους. Ο Γ. Κωσταντάτος προέβη σε ενέργειες για να αποφευχθεί το ανοιγμα τραπεζικών λογαριασμών των offshore εταιρειών Bluebell και P&A Ιnvestments, με σκοπό να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει την έλευση στοιχείων στην Ελλάδα. Ακόμη φέρεται να υπογράφει και να βεβαιώνει το γνήσιο της υπογραφής του (νεκρού από το 2002) Σαράντη Μητατσέλη, ως εκπρόσωπου των Bluebell και P&A Ιnvestments, ενώ το 2009 συντάσσει ετεροχρονισμένα δήθεν πράξη διάλυσης της Bluebell του 2005 και το 2005 πρακτικό του 1998 για την εκπροσώπηση της Bluebell από τον Ε. Ατσοπαρδη.

Φώτιος Αρβανίτης
Κρίθηκε: Ένοχος
Ποινή: 6 χρόνια με αναστολή

Πολιτευτής του ΠΑΣΟΚ και στενός συνεργάτης του Άκη Τσοχατζόπουλου, ο οποίος μετά την απολογία του αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους. Εμπλέκεται στην αγορά οικοδέπου στη θέση Λεβίδη και ακινήτου επί της Κεφαλληνίας στον αρ. 38, για λογαριασμό της Α. Τσοχατζοπούλου, με χρήματα του Ν. Ζήγρα, που του παρέδωσε ο Κ. Αντωνιάδης.

Οράτιος Μελάς - Κώστας Αντωνιάδης
Κρίθηκε: Ένοχος
Ποινή: 10 χρόνια με αναστολή

Φέρονται ως ιδιοκτήτες της Morelia, μέσω της οποίας πραγματοποιήθηκαν οι παράνομες πληρωμές της Ferrostaal από τη ΜΙΕ του Ματαντού. Σε λογαριασμούς της Morelia κατατίθενται τα μισθώματα της «ΜΠΑΜΠΗΣ ΒΩΒΟΣ Α.Ε.» για τα ακίνητα της Λ. Κηφισίας αρ.7, αλλά και μεγάλα χρηματικά ποσά κατ’εντολή του Ν. Ζήγρα, τα οποία στην συνέχεια του παραδίδουν σε μετρητά, κρατώντας προμήθεια. Ισχυρίστηκαν ότι έμαθαν για την εμπλοκή τους στην υπόθεση με τις μίζες από το δημοσίευμα τον Φεβρουάριο του 2011.

Νίκος Καραντζάς
Κρίθηκε: Ένοχος
Ποινή: 6 χρόνια με αναστολή

Κάτοχος του 85% των μετοχών, προέδρος και διευθύνων συμβούλος της «ΙΑΝΟΣ ΑΕ», ο οποίος και αφέθηκε ελεύθερος έπειτα από την απολογία του. Φέρεται να δέχτηκε προς διαχείριση το συνολικό ποσό του 1,5 εκατ.€ για 18.077 μετοχές (20%)της εταιρίας του. Η αγορά έγινε μέσω της εταιρείας Norris ΑΕ, αν και ο Ν. Καρατζάς γνώριζε πως πραγματικός ιδοκτήτης της παραπάνω εταιρείας ήταν ο Α. Τσοχατζόπουλος και διαχειριστής της ο Ν. Ζήγρας. Ο Ν. Καρατζάς αρνήθηκε τις κατηγορίες, με ισχυρισμούς που, ωστόσο, δεν κρίθηκαν πειστικοί.

Μυρτώ Αρετάκη από ThePressProject.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου