Ο “εσωτερικός εχθρός” στην Ελλάδα, παραμένει διαχρονικά ο ίδιος.
Η Ελλάδα δεν μπορεί να αλλάξει πορεία αν δεν ηττηθεί πολιτικά ο «εσωτερικός εχθρός» της και αυτός δεν είναι άλλος από την ίδια την άρχουσα τάξη της. Είναι μια παρασιτική, κρατικοδίαιτη, αντιπαραγωγική ολιγαρχία, η οποία εκτός του ότι νέμεται την ελληνική κοινωνία, ταυτόχρονα δίνει το παράδειγμα και τον βηματισμό σε ολόκληρη την κοινωνία που μιμείται τη συμπεριφορά της.
Το πρόβλημα δεν είναι σημερινό, είναι διαχρονικό. Αυτή η παρασιτική άρχουσα τάξη αποτελεί συνέχιση της τάξης των κοτσαμπάσηδων επί τουρκοκρατίας. Μετά την ήττα που υπέστησαν από τον Καποδίστρια και την ως εκ τούτου δολοφονία του, εγκατέλειψαν την ύπαιθρο και συγκεντρώθηκαν στα μεγάλα αστικά κέντρα. Εκεί, αντί να ασχοληθούν με την βιομηχανική παραγωγή, κυρίως ασχολήθηκαν μαζικά με την πολιτική και τον μεταπρατισμό. Αυτή η τάξη, ζούσε πάντα από το δημόσιο χρήμα πιο πλούσια από τις αντίστοιχες άρχουσες τάξεις της Ευρώπης. Συνέχισε δε, τόσο στην πολιτική όσο και στην οικονομία την μεσολαβητική της νοοτροπία, εγκλωβίζοντας το λαό σε κατάσταση ραγιαδισμού. Αυτή ακριβώς η κατάσταση συνεχίστηκε και συνεχίζεται στις μέρες μας, μέσω μιας μορφής διαπλεκόμενης πολιτικοοικονομικής οικογενειοκρατίας και της παρεοκρατίας, πλήρως αυτονομημένης από την ελληνική κοινωνία.
Ολόκληρο αυτό το σάπιο και διεφθαρμένο οικοδόμημα, κτίστηκε πάνω στο αστικό κοινοβουλευτικό πολίτευμα το οποίο εισήγαγαν στη χώρα οι τότε κοτζαμπάσηδες και στη συνέχεια, ως οι μόνοι ικανοί εκείνης της εποχής, το επάνδρωσαν και το έφεραν στα μέτρα τους για να κερδοσκοπούν ασύστολα σε βάρος της κοινωνίας και ταυτόχρονα να μένουν ατιμώρητοι. Αν δεν αλλάξει αυτό το πολίτευμα δεν πρόκειται να πάψει να υπάρχει και αυτός ο «εσωτερικός εχθρός», προδιαγράφοντας ανάλογα και τη μοίρα του ελληνικού λαού.
Μια ακόμα, από τις πολλές διαπιστώσεις και πιστοποιήσεις αυτής της κατάστασης είναι και η έκθεση που συνέταξε το 1947 ο Πωλ Πόρτερ, επικεφαλής της Επιτροπής για την Αμερικανική βοήθεια στην Ελλάδα. Ο Πόρτερ επισκέφθηκε την Ελλάδα προκειμένου να υποβάλει τα συμπεράσματά του στην Αμερικανική κυβέρνηση. Συνέταξε έκθεση, ο οποία είναι γνωστή και ως «Μνημόνιο Πόρτερ». Σε αυτή την έκθεση, περιγράφεται η κατάσταση στην Ελλάδα εκείνης της εποχής. Αν νομίσετε ότι η έκθεση αυτή περιγράφει τη σημερινή κατάσταση, κάνετε λάθος. Περιγράφει την κατάσταση στην Ελλάδα το 1947. Κάθε ομοιότητα με το σήμερα είναι… απλή σύμπτωση.
Γράφει λοιπόν ο Πόρτερ.
«Απ” ό, τι μπόρεσα να διαπιστώσω, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει καμιάν άλλη πολιτική πρακτική από το να εκλιπαρεί για ξένη βοήθεια ώστε να διατηρηθεί στην εξουσία απαριθμώντας θορυβωδώς τις θυσίες της Ελλάδος. [...] στόχος της είναι να χρησιμοποιήσει την ξένη βοήθεια ως μέσο για τη διαιώνιση των προνομίων μίας μικρής κλίκας εμπόρων και τραπεζιτών, οι οποίοι αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα.
Η κλίκα αυτή είναι αποφασισμένη να υπερασπίσει με κάθε μέσο τα οικονομικά της συμφέροντα και δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το τι μπορεί να στοιχίσει αυτό στην οικονομία της χώρας. Τα μέλη αυτής της κλίκας επιθυμούν να διατηρήσουν άθικτο ένα φορολογικό σύστημα που τους ευνοεί, με αληθινά σκανδαλώδη τρόπο. Αντιτίθενται στον έλεγχο συναλλάγματος, γιατί αυτό θα τους εμποδίσει να εξάγουν τα κέρδη τους στις τράπεζες του Καΐρου και της Αργεντινής. Δεν διανοήθηκαν ποτέ να επενδύσουν τα κέρδη τους στη δική τους χώρα για να βοηθήσουν στην αναστήλωση της εθνικής οικονομίας.
Τα συμφέροντα των εφοπλιστών προστατεύονται επίσης με σκανδαλώδη τρόπο. Η ελληνική εμπορική ναυτιλία ανθεί στην εποχή μας και οι εφοπλιστές κερδίζουν τεράστια ποσά, αλλά το χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος δεν αποκομίζει κανένα όφελος απ” αυτό. Οι μισθοί των ναυτικών γυρίζουν στην Ελλάδα, αλλά οι εφοπλιστές ασφαλίζουν το μεγαλύτερο μέρος των κερδών τους στις ξένες χώρες.
Κάθε επιχείρηση θα έπρεπε να πληρώνει μια σημαντική εισφορά στο κράτος, κάτω από την προστασία του οποίου λειτουργεί. Αυτό ισχύει κατά κύριο λόγο για την περίπτωση των εφοπλιστών, που τα μεγαλύτερα κέρδη τους προέρχονται από τα «Λίμπερτι», τα οποία τους παραχώρησε η αμερικανική Ναυτική Αποστολή με την εγγύηση του ελληνικού κράτους.
Η ομάδα πίεσης της καλής κοινωνίας – οι κομψοί κοσμοπολίτες που έχουν την έδρα τους στις Κάννες, στο Σαιν Μόριτς και στην αθηναϊκή πλατεία Κολωνακίου – θα ενεργοποιηθεί. Οι περισσότεροι απ” αυτούς είναι άνθρωποι πολύ γοητευτικοί, που μιλάνε πολύ καλά τ” αγγλικά. Είναι πάντοτε πρόθυμοι, όταν πρόκειται να εξυπηρετήσουν την αμερικανική αποστολή για τα δικά τους συμφέροντα. Θυμάμαι ακόμα ένα από τα πιο επίσημα γεύματα ενός από τους σημαντικότερους τραπεζίτες, που με είχε καλέσει στη βίλα του των Αθηνών. Είχε τρεις σερβιτόρους με λιβρέα, μια ποικιλία απ” τα πιο φίνα κρασιά και φαγητά διάφορα, περίφημα γαρνιρισμένα. Κατά τη διάρκεια του γεύματος, ένας από τους αντιπροσώπους της κλίκας που ανέφερα άρχισε να εξυμνεί τις ομορφιές της ζωής κοντά στη θάλασσα, καθώς και τις χαρές των αριστοκρατικών σπορ.
Η αντίθεση ανάμεσα στο γεύμα αυτό και στα παιδιά που πεθαίνουν από την πείνα στους δρόμους της Αθήνας είναι πραγματικά τρομερή.
Εδώ δεν υφίσταται κράτος σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα. Αντ” αυτού υπάρχει μια χαλαρή ιεραρχία ατομιστών πολιτικών, μερικοί από τους οποίους είναι χειρότεροι από άλλους, που είναι τόσο απασχολημένοι με τον προσωπικό τους αγώνα για εξουσία, ώστε δεν έχουν τον χρόνο να αναπτύξουν οικονομική πολιτική, ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι είχαν την ικανότητα.
Υπάρχει μεγάλη ανομοιομορφία εις το βιοτικόν επίπεδον και τα εισοδήματα ανά την Ελλάδα. Οι κερδίζοντες, δηλαδή οι βιομήχανοι, οι έμποροι, οι κερδοσκόποι και οι μαυραγορίται, διάγουν εν πλούτω και χλιδή, το πρόβλημα δε αυτό ουδεμία κυβέρνησις το αντιμετώπισεν αποτελεσματικώς. Εν τω μεταξύ αι λαϊκαί μάζαι περνούν μιαν αθλίαν ζωή.
Οι κερδίζοντες είναι σχετικώς ολίγοι τον αριθμόν και ο συνολικός πλούτος των, περιερχόμενος εις τό σύνολον του πληθυσμού θα επέφερεν ελάχιστην βελτίωσιν των γενικών συνθηκών διαβιώσεως. Αλλ” ο πολυτελής τρόπος ζωής των εν μέσω της πτώχειας συντείνει εις το να εξοργίζη τας μάζας και να υπογραμμίζη την δυστυχίαν των πτωχών.
Δύο και ήμισυ έτη μετά την απελευθέρωσιν η Ελλάς ευρίσκεται εις μίαν κατάστασιν νεκρώσεως παρά την ούσιαστικήν έξωτερικήν βοήθειαν και την αρμοδίαν εξωτερικήν καθοδήγησιν. Εις ολόκληρον την χώρα, απ΄ άκρου εις άκρη, κυριαρχεί μία γκρίζα ανυπεράσπιστη, βαθιά έλλειψη πίστης για το μέλλον – μία έλλειψη πίστης που οδηγεί σε πλήρη απραξία προς το παρόν. Οι άνθρωποι έχουν παραλύσει από την αβεβαιότητα και τον φόβο, οι επιχειρηματίαι δεν επενδύουν, οι καταστηματάρχαι δεν αποθηκεύουν προμήθειες.»
ΥΓ. Είπατε τίποτε;;;
Το πρόβλημα δεν είναι σημερινό, είναι διαχρονικό. Αυτή η παρασιτική άρχουσα τάξη αποτελεί συνέχιση της τάξης των κοτσαμπάσηδων επί τουρκοκρατίας. Μετά την ήττα που υπέστησαν από τον Καποδίστρια και την ως εκ τούτου δολοφονία του, εγκατέλειψαν την ύπαιθρο και συγκεντρώθηκαν στα μεγάλα αστικά κέντρα. Εκεί, αντί να ασχοληθούν με την βιομηχανική παραγωγή, κυρίως ασχολήθηκαν μαζικά με την πολιτική και τον μεταπρατισμό. Αυτή η τάξη, ζούσε πάντα από το δημόσιο χρήμα πιο πλούσια από τις αντίστοιχες άρχουσες τάξεις της Ευρώπης. Συνέχισε δε, τόσο στην πολιτική όσο και στην οικονομία την μεσολαβητική της νοοτροπία, εγκλωβίζοντας το λαό σε κατάσταση ραγιαδισμού. Αυτή ακριβώς η κατάσταση συνεχίστηκε και συνεχίζεται στις μέρες μας, μέσω μιας μορφής διαπλεκόμενης πολιτικοοικονομικής οικογενειοκρατίας και της παρεοκρατίας, πλήρως αυτονομημένης από την ελληνική κοινωνία.
Ολόκληρο αυτό το σάπιο και διεφθαρμένο οικοδόμημα, κτίστηκε πάνω στο αστικό κοινοβουλευτικό πολίτευμα το οποίο εισήγαγαν στη χώρα οι τότε κοτζαμπάσηδες και στη συνέχεια, ως οι μόνοι ικανοί εκείνης της εποχής, το επάνδρωσαν και το έφεραν στα μέτρα τους για να κερδοσκοπούν ασύστολα σε βάρος της κοινωνίας και ταυτόχρονα να μένουν ατιμώρητοι. Αν δεν αλλάξει αυτό το πολίτευμα δεν πρόκειται να πάψει να υπάρχει και αυτός ο «εσωτερικός εχθρός», προδιαγράφοντας ανάλογα και τη μοίρα του ελληνικού λαού.
Μια ακόμα, από τις πολλές διαπιστώσεις και πιστοποιήσεις αυτής της κατάστασης είναι και η έκθεση που συνέταξε το 1947 ο Πωλ Πόρτερ, επικεφαλής της Επιτροπής για την Αμερικανική βοήθεια στην Ελλάδα. Ο Πόρτερ επισκέφθηκε την Ελλάδα προκειμένου να υποβάλει τα συμπεράσματά του στην Αμερικανική κυβέρνηση. Συνέταξε έκθεση, ο οποία είναι γνωστή και ως «Μνημόνιο Πόρτερ». Σε αυτή την έκθεση, περιγράφεται η κατάσταση στην Ελλάδα εκείνης της εποχής. Αν νομίσετε ότι η έκθεση αυτή περιγράφει τη σημερινή κατάσταση, κάνετε λάθος. Περιγράφει την κατάσταση στην Ελλάδα το 1947. Κάθε ομοιότητα με το σήμερα είναι… απλή σύμπτωση.
Γράφει λοιπόν ο Πόρτερ.
«Απ” ό, τι μπόρεσα να διαπιστώσω, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει καμιάν άλλη πολιτική πρακτική από το να εκλιπαρεί για ξένη βοήθεια ώστε να διατηρηθεί στην εξουσία απαριθμώντας θορυβωδώς τις θυσίες της Ελλάδος. [...] στόχος της είναι να χρησιμοποιήσει την ξένη βοήθεια ως μέσο για τη διαιώνιση των προνομίων μίας μικρής κλίκας εμπόρων και τραπεζιτών, οι οποίοι αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα.
Η κλίκα αυτή είναι αποφασισμένη να υπερασπίσει με κάθε μέσο τα οικονομικά της συμφέροντα και δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το τι μπορεί να στοιχίσει αυτό στην οικονομία της χώρας. Τα μέλη αυτής της κλίκας επιθυμούν να διατηρήσουν άθικτο ένα φορολογικό σύστημα που τους ευνοεί, με αληθινά σκανδαλώδη τρόπο. Αντιτίθενται στον έλεγχο συναλλάγματος, γιατί αυτό θα τους εμποδίσει να εξάγουν τα κέρδη τους στις τράπεζες του Καΐρου και της Αργεντινής. Δεν διανοήθηκαν ποτέ να επενδύσουν τα κέρδη τους στη δική τους χώρα για να βοηθήσουν στην αναστήλωση της εθνικής οικονομίας.
Τα συμφέροντα των εφοπλιστών προστατεύονται επίσης με σκανδαλώδη τρόπο. Η ελληνική εμπορική ναυτιλία ανθεί στην εποχή μας και οι εφοπλιστές κερδίζουν τεράστια ποσά, αλλά το χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος δεν αποκομίζει κανένα όφελος απ” αυτό. Οι μισθοί των ναυτικών γυρίζουν στην Ελλάδα, αλλά οι εφοπλιστές ασφαλίζουν το μεγαλύτερο μέρος των κερδών τους στις ξένες χώρες.
Κάθε επιχείρηση θα έπρεπε να πληρώνει μια σημαντική εισφορά στο κράτος, κάτω από την προστασία του οποίου λειτουργεί. Αυτό ισχύει κατά κύριο λόγο για την περίπτωση των εφοπλιστών, που τα μεγαλύτερα κέρδη τους προέρχονται από τα «Λίμπερτι», τα οποία τους παραχώρησε η αμερικανική Ναυτική Αποστολή με την εγγύηση του ελληνικού κράτους.
Η ομάδα πίεσης της καλής κοινωνίας – οι κομψοί κοσμοπολίτες που έχουν την έδρα τους στις Κάννες, στο Σαιν Μόριτς και στην αθηναϊκή πλατεία Κολωνακίου – θα ενεργοποιηθεί. Οι περισσότεροι απ” αυτούς είναι άνθρωποι πολύ γοητευτικοί, που μιλάνε πολύ καλά τ” αγγλικά. Είναι πάντοτε πρόθυμοι, όταν πρόκειται να εξυπηρετήσουν την αμερικανική αποστολή για τα δικά τους συμφέροντα. Θυμάμαι ακόμα ένα από τα πιο επίσημα γεύματα ενός από τους σημαντικότερους τραπεζίτες, που με είχε καλέσει στη βίλα του των Αθηνών. Είχε τρεις σερβιτόρους με λιβρέα, μια ποικιλία απ” τα πιο φίνα κρασιά και φαγητά διάφορα, περίφημα γαρνιρισμένα. Κατά τη διάρκεια του γεύματος, ένας από τους αντιπροσώπους της κλίκας που ανέφερα άρχισε να εξυμνεί τις ομορφιές της ζωής κοντά στη θάλασσα, καθώς και τις χαρές των αριστοκρατικών σπορ.
Η αντίθεση ανάμεσα στο γεύμα αυτό και στα παιδιά που πεθαίνουν από την πείνα στους δρόμους της Αθήνας είναι πραγματικά τρομερή.
Εδώ δεν υφίσταται κράτος σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα. Αντ” αυτού υπάρχει μια χαλαρή ιεραρχία ατομιστών πολιτικών, μερικοί από τους οποίους είναι χειρότεροι από άλλους, που είναι τόσο απασχολημένοι με τον προσωπικό τους αγώνα για εξουσία, ώστε δεν έχουν τον χρόνο να αναπτύξουν οικονομική πολιτική, ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι είχαν την ικανότητα.
Υπάρχει μεγάλη ανομοιομορφία εις το βιοτικόν επίπεδον και τα εισοδήματα ανά την Ελλάδα. Οι κερδίζοντες, δηλαδή οι βιομήχανοι, οι έμποροι, οι κερδοσκόποι και οι μαυραγορίται, διάγουν εν πλούτω και χλιδή, το πρόβλημα δε αυτό ουδεμία κυβέρνησις το αντιμετώπισεν αποτελεσματικώς. Εν τω μεταξύ αι λαϊκαί μάζαι περνούν μιαν αθλίαν ζωή.
Οι κερδίζοντες είναι σχετικώς ολίγοι τον αριθμόν και ο συνολικός πλούτος των, περιερχόμενος εις τό σύνολον του πληθυσμού θα επέφερεν ελάχιστην βελτίωσιν των γενικών συνθηκών διαβιώσεως. Αλλ” ο πολυτελής τρόπος ζωής των εν μέσω της πτώχειας συντείνει εις το να εξοργίζη τας μάζας και να υπογραμμίζη την δυστυχίαν των πτωχών.
Δύο και ήμισυ έτη μετά την απελευθέρωσιν η Ελλάς ευρίσκεται εις μίαν κατάστασιν νεκρώσεως παρά την ούσιαστικήν έξωτερικήν βοήθειαν και την αρμοδίαν εξωτερικήν καθοδήγησιν. Εις ολόκληρον την χώρα, απ΄ άκρου εις άκρη, κυριαρχεί μία γκρίζα ανυπεράσπιστη, βαθιά έλλειψη πίστης για το μέλλον – μία έλλειψη πίστης που οδηγεί σε πλήρη απραξία προς το παρόν. Οι άνθρωποι έχουν παραλύσει από την αβεβαιότητα και τον φόβο, οι επιχειρηματίαι δεν επενδύουν, οι καταστηματάρχαι δεν αποθηκεύουν προμήθειες.»
ΥΓ. Είπατε τίποτε;;;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου